Monday 30 June 2008

αμήχανα χαμόγελα..

Η συνάντησή τους μόλις είχε τελειώσει. Βαρύ συναίσθημα. Κι ακόμα πιο βαρύ μιας και η έκφρασή του πρέπει να είναι περιορισμένη. Σπάνια είχε αντιμετωπίσει στη δουλειά κάτι τέτοιο. Να φεύγει κάποιος ή κάποια από το γραφείο και να μην έχει που να πάει. Και αυτός να μην μπορεί να τον/την βοηθήσει. Η ιστορία κλασική. Για τα δεδομένα της δουλειάς. Κακοποίηση από τον σύζυγο. Σωματική, ψυχολογική, λεκτική. Καταπίεση. Ξύλο. Απαγορεύσεις. Μοναξιά. «Δεν έχω κανέναν.» «Ήρθα στην Ελλάδα όταν τον γνώρισα κι άφησα πίσω μου μια ζωή για να ζήσω μια καλύτερη, αλλά..» Είχε μια περίεργη γοητεία αυτή η γυναίκα. Ξανθά μαλλιά, γαλάζια μάτια, την φαντάστηκε προς στιγμήν να μαγειρεύει παραδοσιακά γλυκά της πατρίδας της, να βγάζει την ποδιά και να φιλάει το μωρό της. Χαμογελαστή. Και μέσα στην κρίση, τώρα, χαμογελούσε που και που. Αμήχανα, αλλά χαμογελούσε. Της υποσχέθηκε να κάνει ό,τι μπορεί το συντομότερο. Έψαξε στα χαρτιά του. Συνειδητοποίησε ότι μόνο τέσσερα καταφύγια υπήρχαν αυτή τη στιγμή στην Αθήνα. Δηλαδή μάξιμουμ 70 θέσεις. Πήρε τηλέφωνο σε όλα. Με την ιδέα ότι αυτή η γυναίκα θα κοιμόταν πάλι στα σκαλιά της εκκλησίας, πείσμωνε ακόμα πιο πολύ. Η απάντηση ήταν ίδια από όλους «δεν υπάρχει άδειο κρεβάτι, δυστυχώς». Παραλίγο να βγάλει το θυμό του, σε αυτές τις φωνές στην άλλη άκρη του τηλεφώνου, αλλά σκέφτηκε ότι την ίδια δουλειά κάνουν, δεν είχε νόημα. Δε φταιν αυτοί. Φταίει ότι αυτή η γυναίκα ατύχησε σε μία χώρα που δεν προβλέπει πολλά πράγματα για όσους ατυχήσουν. Σε ένα κράτος που δεν έχει ενοχές που δε μπορεί να βοηθήσει τους πολίτες του να μη χάσουν την αξιοπρέπειά τους. Δεν υπάρχει πρόνοια, όντως. Τα κρούσματα της ενδο-οικογενειακής βίας και του trafficking είναι πολλαπλάσια των θέσεων σε καταφύγια και ξενώνες. Οπότε; Οπότε για όσους περισσεύουν, το κράτος λυπάται αλλά δε μπορεί να κάνει τίποτα. Ματαίωση. Απελπισία για τη γυναίκα που θα κοιμηθεί πάλι στο δρόμο, επειδή αν γυρίσει σπίτι της θα κινδυνεύει η ζωή της. Απόγνωση και για τον ίδιο, που δε μπορεί να κάνει τίποτα. Μοναξιά. Και κάπου εκεί είναι που νιώθει ότι φταίμε όλοι. Κι αυτό που ονομάζουμε κράτος και πολιτεία που αδιαφορεί και σηκώνει τα χέρια ψηλά, λες και είναι αβοήθητη. Και εμείς επειδή δεν ξέρουμε τίποτα για όλους αυτούς τους ανθρώπους δίπλα μας, πολύ κοντά μας. Και όλοι μας, επειδή δεν κάνουμε τίποτα για αυτό. Δεν είναι δική μας δουλειά θα μου πεις. Κι όμως, είναι. Οτιδήποτε αφορά τον άνθρωπο δίπλα σου και του στερεί το δικαίωμα να ζήσει μια ζωή με τις ίδιες ελευθερίες και τα ίδια δικαιώματα με σένα, είναι και δική σου δουλειά. Με αυτές τις σκέψεις, γύρισε τα πάνω κάτω εκείνο το απόγευμα. Με την εικόνα και τις μυρωδιές των παραδοσιακών γλυκών εκείνης της μακρινής χώρας σφηνωμένη στο μυαλό του. Και με το χαμόγελο αυτής της γυναίκας να τον σπρώχνει να κάνει όντως ό,τι μπορεί. Και τελικά βρέθηκε ένα κρεβάτι, ως προσωρινή λύση, παράτυπα σχεδόν, έπρεπε να αναλάβει ο ίδιος την ευθύνη της παράκαμψης της γραφειοκρατίας. Την ανέλαβε, ανυπομονώντας να πάρει τηλέφωνο τη γυναίκα και να της ανακοινώσει ότι τα κατάφεραν..

ΥΓ Η γυναίκα με το αμήχανο χαμόγελο προτίμησε τελικά να κοιμηθεί κι απόψε στα σκαλιά της εκκλησίας. Αν πήγαινε στο καταφύγιο που βρέθηκε θα έχανε τη δουλειά της: τα ωράρια δεν συντονίζονταν και υπάρχει συγκεκριμένη ώρα που κλειδώνουν οι πόρτες του ξενώνα. Ματαίωση, πάλι. Καληνύχτα..

Sunday 29 June 2008

όμορφα.. isn't it?

Μ' αυτά και μ' εκείνα πέρασε ένας χρόνος από τότε που αποφάσισα να χρησιμοποιήσω το διαδίκτυο ως μέσο καταγραφής, προβληματισμού, επικοινωνίας, μοιράσματος.

Όμορφα είναι ως τώρα.

Όμορφα, γιατί μου αρέσει να βλέπω σκέψεις μου καταγραμμένες και πλαισιωμένες με οτιδήποτε θεωρώ ότι ταιριάζει κάθε φορά.

Όμορφα, γιατί ανατρέχω στα ποστ και στα συναισθήματα στιγμών αυτού του χρόνου.

Όμορφα, γιατί αν δεν ήταν αυτό το μπλογκ πολλές από τις σκέψεις μου θα έρχονταν και θα περνούσαν έτσι, χωρίς να γίνουν λέξεις.

Όμορφα, γιατί ακόμα κι αν γίνονται λέξεις οι σκέψεις μου θα έμεναν σε μένα - άντε και σε δυο τρεις δικούς μου ανθρώπους.

Όμορφα, γιατί το μοίρασμα αυτό είναι αμφίπλευρο κι έτσι νιώθω μια συλλογικότητα - ακόμα κι αν είναι τόσο αχανής κι απρόσωπη.

Όμορφα, γιατί τέλος πάντων είμαι και εγωκεντρικός και μου αρέσω όταν με διαβάζω.

Χαζεύοντας τις σελίδες αυτού του χρόνου μου και αντιπαραβάλλοντάς τες με άλλες σελίδες άλλων μπλόγκερς συνειδητοποίησα ότι σπάνια τα ποστ μου έχουν ημερολογιακό ή "αυτοβιογραφικό" χαρακτήρα.

Προς στιγμήν προβληματίστηκα, σκέφτηκα ότι αυτό μπορεί να δείχνει μια αποφυγή προσωπικής έκθεσης. Ωστόσο, είναι προφανές ότι οτιδήποτε κι αν γράφει κανείς, οτιδήποτε κι αν πλαισιώνει τις σελίδες του καθενός είναι ενδεικτικό της προσωπικότητάς του.

Οπότε κατέληξα ότι στην πορεία αυτού του χρόνου επέλεξα - χωρίς ίσως καλά καλά να το καταλάβω - να "εκτεθώ" με αυτόν τον τρόπο, τον πιο έμμεσο.

Και μ' άρεσε.

Συνεχίζω λοιπόν.

Επιδιώκοντας κι απολαμβάνοντας τη διάδραση.

Και παρακολουθώντας - στο μέτρο του δυνατού - αυτό το όμορφο μοίρασμα να απλώνεται ολοένα και πιο πολύ από τις οθόνες των υπολογιστών μας.

Καλή μας τύχη!


ΥΓ Τη φωτογραφία που ακολουθεί την επέλεξα αυθόρμητα χωρίς κάποιον ιδιαίτερο λόγο νιώθοντας ότι ταιριάζει. Στην πορεία ωστόσο κατάλαβα ότι επιλέγοντας μια φωτογραφία που δείχνει τη θέα που έχω από το σπίτι μου ίσως και να κάνω ένα - έμμεσο πάλι - βήμα προσωπικής "έκθεσης", ως επανόρθωση. Αυτά!

Friday 27 June 2008

έτσι.. επώδυνα κι υποσυνείδητα..

..μη με ρωτάς γιατί πονώ τα μάτια σου όταν κοιτάζω

Σηκώθηκε από το κρεβάτι αργά. Για λίγο πέρασε από το μυαλό του η χθεσινοβραδινή τους εικόνα. Την έδιωξε. Ή προσπάθησε, τουλάχιστον. Αυτή ήταν η απόφασή του, άλλωστε. Έσυρε τα πόδια του μουρμουρίζοντας κάτι απροσδιόριστο σε επιθετικό τόνο. Καφές, τσιγάρο, ήλιος από το παράθυρο, ζέστη από τον ήλιο, laptop, ραδιόφωνο, εφημερίδες, mail, κανα blog, δεύτερο τσιγάρο. Θυμήθηκε την εκδρομή στην Πάργα. Και τη βόλτα στο Στρέφη. Και τον τσακωμό στα γενέθλιά του. Και την πρώτη φορά που βρεθήκανε. Και την πρώτη φορά που τον είδε να σπάει. Και την τελευταία φορά που είδε το αυτοκίνητό του να απομακρύνεται. Και τα νεύρα που είχε τη μέρα που μάλωσαν για το pride. Και την πρώτη φορά που κατάλαβε ότι είχε ερωτευτεί το χαμόγελό του. Τότε συνειδητοποίησε ότι τελικά δεν προσπαθεί να διώξει τις εικόνες. Ότι μαζοχιστικά(;) τις σπρώχνει να κατασκηνώσουν στο μυαλό του. Και προσπάθησε πάλι να τις διώξει, αυτή τη φορά ανοίγοντας νέα καρτέλα με τίτλο "Siemens: σκάνδαλο μπλε και πράσινων κόκκων". Μάταια. Σκέφτηκε για άλλη μια φορά πόσο είχε αλλάξει μέσα από όλη αυτή την αλληλεπίδραση. Εντυπωσιακά. Και μάλιστα χωρίς καλά καλά να το καταλάβει. Γι' αυτό και είχε αντισταθεί στην αλλαγή. Υποσυνείδητα. Κι επώδυνα. Η ζωή μας προλαβαίνει, σκέφτηκε. Μας διαψεύδει κιόλας ενίοτε. Τέταρτο τσιγάρο. Θόρυβος από αεροπλάνα. Ένα σκούρο γκρι καφέ χρώμα πάνω από το βουνό απέναντι. Φωτιά.. Άνοιξε mail, νέο μήνυμα. Ραδιόφωνο, Τάνια. Νιώθει το χέρι του πάλι στο λαιμό του, όπως τότε που την είδαν μαζί. Γράφει.. ας αφήσουμε τις αποφάσεις προς το παρόν - πάντα μας δυσκόλευαν άλλωστε - κι ας αφεθούμε στη ζωή, θα μας εκπλήξει, είτε επιβεβαιώνοντας είτε διαψεύδοντάς μας.. καλημέρα. Αποστολή. Κλείνει απότομα το laptop. Σβήνει το τσιγάρο. Και μουρμουρίζει ξανά, κλείνοντας την πόρτα πίσω του. Σα να έσβησε η φωτιά, προς το παρόν τουλάχιστον.

βαθιά κρυμμένο μυστικό το βλέμμα σου φορώ κι αλλάζω..

Thursday 19 June 2008

I've Got Life!



I've Got Life - Nina Simone


Ain't got no home, ain't got no shoes

...

Ain't got no man

...

Ain't got no mother, ain't got no culture

...

Ain't got no love, ain't got no name

...

Ain't got no God

I got my hair, I got my head

...

I got my mouth, I got my smile

...

I got my heart, I got my soul

I got my back, I got my sex

...

I got my liver, Got my blood

I've got life , I've got my freedom

I've got the life

And I'm gonna keep it

And nobody's gonna take it away

I've got the life


είναι αρκετά;



Δυό πόδια.

Κι άλλα δύο.

Τέσσερα πόδια.

Μια ταράτσα.

Καδρόνια, παρατημένα.

Ένα γκρι φόντο.

Μια ανέμελη στιγμή.

Αψηφώντας τον καύσωνα.

Αδιαφορώντας για το τσιμέντο.

Ή ίσως απολαμβάνοντας τον καύσωνα και το τσιμέντο.

Γελάκια.

Σιωπή.

Ξανά γελάκια.

Τα πόδια ανασηκώνονται.

Γίνονται κουβάρι.

Τα κορμιά ξαπλώνουν στο τσιμέντο.

Ανάσκελα.

Στοργή.

Νάζι.

Επιθυμία.

Μια τσιμεντένια ταράτσα, ένας ήλιος και τέσσερα πόδια να μπλέκονται και να αιωρούνται.

Ήδη είναι πάρα πολλά από μόνα τους.

I Got Life.

Tuesday 10 June 2008

περπατώντας στο πάρκο μονάχος..



Το έργο το έχουμε ξαναδεί.

Η παρεμβατικότητα και η αδιακρισία των ΜΜΕ δεν είναι καινούριο φαινόμενο.

Ωστόσο, αυτό που ζούμε αυτές τις μέρες δεν το έχουμε ξαναζήσει έτσι ακριβώς.

Δεν έχουμε δει να μιλάει κανείς τόσο ανοιχτά για την ομοφυλοφιλία ενός δημοσίου προσώπου - έστω και μετά θάνατον - και πόσο μάλλον για συγκεκριμένες πρακτικές αναζήτησης του σεξ.

Κι ενώ παρατηρούμε τους πάντες να αναφέρονται ανοιχτά στην ομοφυλοφιλία του συγκεκριμένου ανθρώπου, στα στέκια, στα πάρκα, στους εφήμερους ερωτικούς συντρόφους, στο ψωνιστήρι, στο Πεδίον του Άρεως, στους μελαμψούς άνδρες και σε τόσα άλλα που θα τα έλεγε κανείς ταμπού ως τώρα, δεν βλέπουμε κανέναν να αναφέρεται στην κοινωνική διάσταση του θέματος.

Η απόδοση αιτίου μέχρι τώρα κυμαίνεται από το ρατσιστικό "όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα τον τρώνε οι κότες" μέχρι το ατομοκεντρικό "ήταν αυτοκαταστροφικός, είχε ροπή στις καταχρήσεις, ζούσε επικίνδυνη ζωή εκ πεποιθήσεως".

Ακόμα και οι πλέον αξιόλογοι σχολιαστές και οι πλέον αξιοπρεπείς εφημερίδες, αποφεύγουν να κάνουν μια βαθύτερη προσέγγιση του θέματος.

Είτε από άγνοια είτε επειδή δεν πουλάει είτε επειδή δεν τους αφορά.

Εμένα όμως με αφορά το Πεδίον του Άρεως και το Ζάππειο. Και η Πλατεία Αυδή και η Βικτώρια.

Γιατί αυτές οι ερωτικές πρακτικές δεν οφείλονται στην ψυχοσύνθεση ούτε στην προσωπικότητα κανενός Νίκου, κανενός Κώστα, Μανώλη κοκ

Γιατί ο συγκεκριμένος τρόπος ψωνιστηριού - που για κάποιους μπορεί να είναι και τρόπος ζωής - είναι ένα κοινωνικό κατασκεύασμα.

Ένα κοινωνικό κατασκεύασμα που η άρχη του πάει πίσω σε εποχές όπου η ομοφυλοφιλία ήταν καταδικασμένη να είναι αόρατη.

Σε εποχές όπου δεν υπήρχαν δημόσιοι χώροι με ανεκτικότητα ή ακόμα καλύτερα αποδοχή για τους ομοφυλόφιλους.

Το ψωνιστήρι στο πάρκο, στα δημόσια ουρητήρια, στις σάουνες, στο ίντερνετ οψίμως είναι το κοινωνικό αποτέλεσμα του ρατσισμού, του στίγματος, της περιθωριοποίησης.

Και δεν είναι καθόλου δύσκολο όλη αυτή η στάση να γίνει μαθημένη αντίδραση και να καταλήξει στάση ζωής.

Φαίνεται αυτό και σήμερα ακόμα, όπου - χωρίς τα δικαίωματα των ομοφυλόφιλων να έχουν ακόμα κατοχυρωθεί - αν μη τι άλλο είναι μια ορατή κοινωνική ομάδα. Ακόμα και σήμερα πολλοί από τους ομοφυλόφιλους επιμένουν να παγιδεύονται σε πρακτικές άλλων δεκαετιών.

Αυτή λοιπόν είναι η απάντηση σε όσους θεωρούν ότι το γκέι πράιντ είναι μια υπερβολή και συμβάλλει στην γκετοποίηση.

Σε όσους θεωρούν ότι το αίτημα για γάμο είναι απλά μια πρόκληση.

Σε όσους θεωρούν ότι τα πάρκα αφορούν μόνο φτωχούς μετανάστες και αλκοολικούς μεσήλικες.

Όσο οι διπλανοί μας κλείνουν τα μάτια στην ύπαρξη των ομοφυλόφιλων και διαφωνούν με το να έχουν ίσα δικαιώματα (λες και είναι κάτι για το οποίο θα έπρεπε να ερωτώνται), τόσο θα γεμίζουν τα πάρκα. Και τα τσατ ρουμς.

Και καλώς ή κακώς τα πάρκα μας αφορούν όλους.

Γιατί στην τελική είναι ο πιο σκοτεινός χώρος ώστε να μη φαίνονται όλοι όσοι κρύβουν την ομοφυλοφιλία τους από τις γυναίκες, τα παιδιά, τους φίλους, τους γείτονές τους.

Με τις υγείες σας.

Thursday 5 June 2008

ψηλαφίζοντας την οργή (και άλλα δαιμόνια)


Η antifa των Εξαρχείων αιτιολογεί τα κίνητρά της.

Η οργή ως συναίσθημα - αντίδραση σε όσα ζούμε καθημερινά είναι σχεδόν δεδομένη πια.

Το πλέον χαρακτηριστικό και πρόσφατο παράδειγμα είναι η μαζική οργή που εκδηλώθηκε πέρσι το καλοκαίρι με αφορμή τις πυρκαγιές.

Μαζική οργή, η οποία εκφράστηκε τόσο στο επίπεδο του μικρόκοσμου του καθενός μας αλλά και σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο.

Η εκδήλωση της οργής σε μαζικό επίπεδο φαίνεται να είναι ένα από τα ζητούμενα στις μέρες μας.

Η συλλογικότητα με τον παραδοσιακό ορισμό της όπως εκδηλωνόταν στη γειτονιά, στην πλατεία του χωριού, ακόμα και στις αλάνες, έχει ξεφτίσει πια εκ των πραγμάτων. Η αναζήτηση μιας νέας μορφής συλλογικότητας διαγκωνίζεται με τον τρόπο ζωής μας σήμερα.

Θα μπορούσε να πει κανείς ότι το διαδίκτυο προσφέρεται για κάτι τέτοιο, είτε μέσω των μαζικών προωθήσεων e-mails είτε μέσω των πλατφόρμων κοινωνικής συναναστροφής είτε μέσω των sites συλλογής υπογραφών.

Αλλά ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, η ασφαλιστική δικλείδα αφορά την μεταφορά αυτής της συλλογικότητας στον «πραγματικό κόσμο», στο δρόμο, στην καθημερινότητά μας, στις διαπροσωπικές μας σχέσεις.

Ένα πρόσφατο επιτυχημένο τέτοιο παράδειγμα ήταν η περσινή μαζική σιωπηλή διαδήλωση στο Σύνταγμα για τις πυρκαγιές.

Σε αυτήν την περίπτωση, μια μορφή συλλογικότητας που ξεκίνησε ως έκφραση οργής του καθενός από μας σε επίπεδο μικρόκοσμου, ενισχύθηκε και οργανώθηκε από το διαδίκτυο και εκδηλώθηκε σε κοινωνικό επίπεδο και εκτός διαδικτύου.

Η συγκυρία της διεξαγωγής των εκλογών του Σεπτέμβρη συνέβαλε ώστε αυτή η συλλογική έκφραση οργής να εκφραστεί και σε πολιτικό επίπεδο.

Ο κόσμος έδειξε λοιπόν την οργή του. Δεν έμεινε ούτε στον καναπέ του ούτε στον υπολογιστή του. Και φάνηκε η ανάγκη του να ενώσει το συναίσθημά του με το συναίσθημα του διπλανού του και να το κάνει αισθητό, να το «ακούσουν» όσο περισσότεροι γίνεται.

Έτσι αποφεύγουμε τη ματαίωση.

Επανερχόμενος στο σύνθημα στον τοίχο του περιφερειακού του Στρέφη, μοιάζει πολύ σημαντικό βήμα σήμερα ακόμα ακόμα το να αναγνωρίσουμε την οργή μας ως συναίσθημα. Και να μην την θάψουμε.

Είναι πολύ εύκολο να κουκουλώσουμε την οργή μας.

Είτε γιατί δεν μας αρέσει ως συναίσθημα. Είτε γιατί φοβόμαστε τους εαυτούς μας όταν τους βλέπουμε οργισμένους. Είτε γιατί έχουμε συνηθίσει να νιώθουμε αβοήθητοι και μόνοι και προτιμάμε να την αποφεύγουμε από το να την εκφράζουμε και να ματαιωνόμαστε που τίποτα δεν αλλάζει.

Η οργή του καθενός μας ζητά και χρειάζεται όντως το χώρο της μέσα μας.

Είναι δικιά μας. Κομμάτι του εαυτού μας κι αυτή.

Και τελικά, φαίνεται ότι όταν μάθουμε πώς να τη διαχειριζόμαστε δημιουργικά ή πώς να την μοιραζόμαστε, τότε πάμε ένα βήμα πιο πέρα.

Sunday 1 June 2008

βρες το λάθος



μια στιγμή όπου μια ολόκληρη γενιά παζαρεύει τα αυτονόητα

μια στιγμή όπου σαράντα χρόνια μετά το γαλλικό Μάη τα συνθήματα θα μπορούσαν να είναι τα ίδια

μια στιγμή όπου είναι μετέωρο ακόμα το ερώτημα αν κοιτάς τον άνθρωπο ή το σύνολο

μια στιγμή όπου νιώθεις ότι δεν χωράει ο 'Αλλος στην καθημερινότητά σου

μια στιγμή όπου ο ιδιωτικός χώρος και χρόνος είναι υπό αμφισβήτηση

μια στιγμή όπου τα πράγματα γύρω σου τρέχουν τόσο ώστε να μη μπορείς να τα επεξεργαστείς

μια στιγμή όπου όλα φαίνονται ανερμάτιστα

μια στιγμή όπου κινδυνεύει κανείς μιλώντας για αυτά να θεωρηθεί ρομαντικός ή ηλίθιος



αυτή τη στιγμή

ακόμα κι ένα απλωμένο ρούχο κάνει τη διαφορά σε ένα γκρι τοπίο - αρκεί να έχει χρώμα

ίσως επειδή φαίνεται παράταιρο..