Thursday 20 December 2007

για να το λέει η Αργυρένια..



Πέμπτη απόγευμα, μεταξύ δουλειάς ως τις 4 και μαθήματος στις 8. Μεταξύ ανθρώπων παρατημένων, ποδοπατημένων, σε ένα κρύο δωμάτιο, να αραδιάζουν τη ζωή τους με πέντε - δέκα λέξεις και να ζητάνε μια ελπίδα, ένα λόγο κατανόησης, ενσυναίσθησης, μια στήριξη.
Και να σου χαμογελούν στο τέλος της κουβέντας και να ζητάνε συγγνώμη που έβαλαν τα κλάματα μπροστά σε έναν άγνωστο και να σε ευχαριστούν που τους άκουσες έτσι.
Κι ο άγνωστος να μένει άναυδος, αβοήθητος κι αυτός, να παρακολουθεί την πορεία μιας ζωής κουρασμένης, άτυχης, με έναν κόμπο στο στομάχι.
Και έξω να είναι παραμονές Χριστουγέννων, αλλά να έχει αυτή τη διαολεμένη συννεφιά που ακόμα και καλά να είσαι δε μπορείς να είσαι καλά.
Κι ο άγνωστος να σκέφτεται ότι ήρθαν πάλι Χριστούγεννα.
Και; Αυτοί οι άνθρωποι πάλι παρατημένοι θα είναι, πάλι θα περιμένουν κάποιον να τους πάρει από το χέρι και να τους πει ότι όλα θα πάνε καλά. Και ο άγνωστος θα αναρωτιέται και πάλι πότε θα πάνε καλά όντως τα πράγματα ώστε να μπορεί να είναι καλά κι ας έχει αυτή τη διαολεμένη συννεφιά. Και πάλι θα περιμένει κάποιον να τον πάρει από το χέρι και να το σφίξει τόσο ώστε να τον πείσει ότι όντως όλα θα πάνε καλά.
Και θα θυμηθεί τους δικούς του ανθρώπους. Αυτούς τους ανθρώπους για τους οποίους τελικά δεν πήγαν όλα καλά. Αυτούς τους ανθρώπους που δεν πρόλαβε να αγκαλιάσει τόσες φορές όσες θα ήθελε. Που δεν έσφιξε σφιχτά. Που δεν τους είπε πόσο τους αγαπάει.
Αυτούς τους ανθρώπους που τους είδε ξαφνικά να φεύγουν και ήταν πάλι άναυδος, αβοήθητος, με αυτόν τον ρημαδοκόμπο στο στομάχι, όπως σήμερα το πρωί. Που τους χάρισε ένα βούρκωμα των ματιών πέρσι τέτοια εποχή κι ακόμα περιμένει πότε θα κάνει όλη αυτή την ένταση της απώλειας λυγμό και δάκρυα.

Και για φινάλε ένα απόσπασμα από το post της Αργυρένιας (http://argyrenia.wordpress.com/). Αξίζει. Όχι τίποτα άλλο, απλά για να κλείσουμε με ένα μειδίαμα, ένα κλείσιμο του ματιού!

“Ανόητοι άνθρωποι. Περνάει η ζωή και χάνεται. Και περιμένεις μία τραγωδία για να σπάσεις το καλούπι σου, να φωνάξεις τη σκέψη σου και να τη ντύσεις με λόγια. Και συνήθως είναι πια αργά.
Η ζωή είναι ένα δώρο. Η ζωή είναι ωραία. Η ζωή έχει πλάκα. Τόσο κοινότυπα μα τόσο αληθινά. Μόνο αν κινδυνεύσεις να τη χάσεις, μόνο όταν καταλάβεις πόσο εύθραυστη είναι αρχίζεις να την εκτιμάς. Και στο λέω εγώ αυτό που πέρυσι πέρασα μία φάση που έκλεινα κινητά και σταθερά και καθόμουν ανάσκελα κοιτάζοντας το ταβάνι. Και ξέρεις κάτι; Το να πιάνεις μελωδία δεν βοηθάει, έχει κάτι παραγωγούς που σε ωθούν στην αυτοκτονία. Ζωή είναι να προσπαθείς, να παλεύεις, να αγωνιάς, να σε απορρίπτουν, να ρίχνεις τα μούτρα σου, να πέφτεις, να ξανασηκώνεσαι, να κλαις για να γελάσεις πάλι. Μα πώς θα τη χαρείς την επιτυχία σου αν δεν αποτύχεις πρώτα; Πώς θα κάνεις τον σταυρό σου που βρήκες έναν άνθρωπο αν δεν φας τα σκατά νωρίτερα; Κανείς δεν μένει μόνος και κανείς δεν χάνεται. Κι όλες οι περιπέτειες κάποτε τελειώνουν.”

2 comments:

Anonymous said...

Αυτό το 'κι αυτές οι περιπέτειες κάποτε τελειώνουν' θα πρέπει να το επαναλάβω γύρω στις τριάντα φορές από μέσα μου κι άλλες τόσες απ' έξω μου για να το πιστέψω γιατί ώρες ώρες και η ίδια το ξεχνάω. Θα το γράψω τιμωρία, με το χέρι κι όχι σε κείμενο του word με τη βοήθεια του copy paste.
Έτσι για να το κάνω σημαία μου και πάλι. ΌΛΕΣ ΟΙ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΕΣ ΚΑΠΟΤΕ ΤΕΛΕΙΩΝΟΥΝ.

Όπως κι αυτή που ξεκινάει μ' ένα νυστέρι σε νοσοκομείο κεντρικό.
Θα περάσει μωρέ, αφού είμαι αντράκι, τώρα θα κωλώσω;

Μονόλογος σε δανεικό ταμπλώ, μη δώσεις βάση.

Τα φιλιά μου, καλή χρονιά.

oblivion said...

Οι μονόλογοί σου αρέσουν πάντα και το ταμπλώ δεν είναι δανεικό. Αν μη τι άλλο, είναι ένα ταμπλώ - ευκαιρία να σε ξαναδιαβάσει κανείς! Περνάνε οι περιπέτειες, συμφωνώ. Και μιας και είναι δική σου η ατάκα, εσύ το ξέρεις καλύτερα από μένα. Το θέμα είναι τι αφήνουν μέσα μας, πάνω μας περνώντας. Περιμένω, λοιπόν, να μάθω πόσο θα σε έχει αγγίξει αυτή η καινούρια περιπέτεια με το νυστέρι, που λες. Και τα αντράκια δικαιούνται να κωλώνουν που και που πάντως, έτσι για να διαψεύδουν τα στερεότυπα που ίσως τα καταπιέζουν.
Φιλιά πολλά, περιμένω νέα σου!