Thursday 20 December 2007

για να το λέει η Αργυρένια..



Πέμπτη απόγευμα, μεταξύ δουλειάς ως τις 4 και μαθήματος στις 8. Μεταξύ ανθρώπων παρατημένων, ποδοπατημένων, σε ένα κρύο δωμάτιο, να αραδιάζουν τη ζωή τους με πέντε - δέκα λέξεις και να ζητάνε μια ελπίδα, ένα λόγο κατανόησης, ενσυναίσθησης, μια στήριξη.
Και να σου χαμογελούν στο τέλος της κουβέντας και να ζητάνε συγγνώμη που έβαλαν τα κλάματα μπροστά σε έναν άγνωστο και να σε ευχαριστούν που τους άκουσες έτσι.
Κι ο άγνωστος να μένει άναυδος, αβοήθητος κι αυτός, να παρακολουθεί την πορεία μιας ζωής κουρασμένης, άτυχης, με έναν κόμπο στο στομάχι.
Και έξω να είναι παραμονές Χριστουγέννων, αλλά να έχει αυτή τη διαολεμένη συννεφιά που ακόμα και καλά να είσαι δε μπορείς να είσαι καλά.
Κι ο άγνωστος να σκέφτεται ότι ήρθαν πάλι Χριστούγεννα.
Και; Αυτοί οι άνθρωποι πάλι παρατημένοι θα είναι, πάλι θα περιμένουν κάποιον να τους πάρει από το χέρι και να τους πει ότι όλα θα πάνε καλά. Και ο άγνωστος θα αναρωτιέται και πάλι πότε θα πάνε καλά όντως τα πράγματα ώστε να μπορεί να είναι καλά κι ας έχει αυτή τη διαολεμένη συννεφιά. Και πάλι θα περιμένει κάποιον να τον πάρει από το χέρι και να το σφίξει τόσο ώστε να τον πείσει ότι όντως όλα θα πάνε καλά.
Και θα θυμηθεί τους δικούς του ανθρώπους. Αυτούς τους ανθρώπους για τους οποίους τελικά δεν πήγαν όλα καλά. Αυτούς τους ανθρώπους που δεν πρόλαβε να αγκαλιάσει τόσες φορές όσες θα ήθελε. Που δεν έσφιξε σφιχτά. Που δεν τους είπε πόσο τους αγαπάει.
Αυτούς τους ανθρώπους που τους είδε ξαφνικά να φεύγουν και ήταν πάλι άναυδος, αβοήθητος, με αυτόν τον ρημαδοκόμπο στο στομάχι, όπως σήμερα το πρωί. Που τους χάρισε ένα βούρκωμα των ματιών πέρσι τέτοια εποχή κι ακόμα περιμένει πότε θα κάνει όλη αυτή την ένταση της απώλειας λυγμό και δάκρυα.

Και για φινάλε ένα απόσπασμα από το post της Αργυρένιας (http://argyrenia.wordpress.com/). Αξίζει. Όχι τίποτα άλλο, απλά για να κλείσουμε με ένα μειδίαμα, ένα κλείσιμο του ματιού!

“Ανόητοι άνθρωποι. Περνάει η ζωή και χάνεται. Και περιμένεις μία τραγωδία για να σπάσεις το καλούπι σου, να φωνάξεις τη σκέψη σου και να τη ντύσεις με λόγια. Και συνήθως είναι πια αργά.
Η ζωή είναι ένα δώρο. Η ζωή είναι ωραία. Η ζωή έχει πλάκα. Τόσο κοινότυπα μα τόσο αληθινά. Μόνο αν κινδυνεύσεις να τη χάσεις, μόνο όταν καταλάβεις πόσο εύθραυστη είναι αρχίζεις να την εκτιμάς. Και στο λέω εγώ αυτό που πέρυσι πέρασα μία φάση που έκλεινα κινητά και σταθερά και καθόμουν ανάσκελα κοιτάζοντας το ταβάνι. Και ξέρεις κάτι; Το να πιάνεις μελωδία δεν βοηθάει, έχει κάτι παραγωγούς που σε ωθούν στην αυτοκτονία. Ζωή είναι να προσπαθείς, να παλεύεις, να αγωνιάς, να σε απορρίπτουν, να ρίχνεις τα μούτρα σου, να πέφτεις, να ξανασηκώνεσαι, να κλαις για να γελάσεις πάλι. Μα πώς θα τη χαρείς την επιτυχία σου αν δεν αποτύχεις πρώτα; Πώς θα κάνεις τον σταυρό σου που βρήκες έναν άνθρωπο αν δεν φας τα σκατά νωρίτερα; Κανείς δεν μένει μόνος και κανείς δεν χάνεται. Κι όλες οι περιπέτειες κάποτε τελειώνουν.”

Wednesday 5 December 2007

μια στιγμή στην Κυψέλη του 2007

"Κανείς μας δεν είναι κακός. Είμαστε απλά άνθρωποι δυστυχισμένοι, επειδή δεν μπορούν να αγαπήσουν."

Η φράση αυτή της νεαρής Λουντμίλα στη «Βάσσα» του Μαξίμ Γκόρκι ακούστηκε χτες στο Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας. Και ήταν σαν να ανατρίχιασε όλη η Κυψέλη. Και το ρίγος να απλώθηκε σε όλη την Αθήνα. Και να ταρακούνησε κάθε έναν από μας που "άκουσε" τον εαυτό του στα λόγια του Γκόρκι. Κι ας γράφτηκαν πάνω από εκατό χρόνια πριν.. Να είναι τυχαίο ότι το «Γκόρκι» που επελέγη ως ψευδώνυμο από το συγγραφέα σημαίνει πικρός;

Καλό χειμώνα να έχουμε.

Friday 30 November 2007

Να παίξουμε συγκρουόμενα, μωρό μου;


Είναι τελείως γοητευτικό. Ξαφνικά, ανοίγει ένα παράθυρο. Μισάνοιχτο.

Και συνειδητοποιώ ότι το μυαλό μου είναι περιορισμένο.

Ότι υπάρχει κι άλλος τρόπος να σκεφτώ.

Υπάρχει κι άλλος τρόπος να αντιληφθείς τα πράγματα, τις σχέσεις, τους τσακωμούς, τα φιλιά, τα χάδια, την ένταση. Τον έρωτα. Καταρρέει το οικοδομήμα μέσα στο μυαλό μου, που έφτιαξα με τόσο κόπο τόσα χρόνια, ενισχύοντας το εγώ μου και απορρίπτοντας όσες οπτικές δε με βόλευαν. Και στη θέση αυτού του οικοδομήματος, του άκαμπτου και μονοκόμματου, έρχεται ένα καινούριο. Πιο δύσκολο να χτιστεί απ' ό,τι το προηγούμενο. Γιατί; Γιατί αυτό πια πρέπει να το χτίσω λαμβάνοντας υπόψιν μου και τον τρόπο του άλλου. Να συνθέσω, λοιπόν. Να μην κρατήσω μόνο ό,τι μου κάνει. Πιο δύσκολο αυτό το χτίσιμο. Και πιο αργό. Ίσως και πιο επώδυνο και επισφαλές.

Είναι κέρδος όμως. Γιατί ξαφνικά, δυο τρία χρόνια πριν τα τριάντα, καταλαβαίνω, νιώθω ότι μπορώ να είμαι δίπλα σου, όσες διαφωνίες και να έχουμε. Για όσα θέματα κι αν διαφωνούμε. Καταλαβαίνω, νιώθω ότι η σύγκρουση δεν είναι απαραίτητα μόνο κάτι κακό. Και δεν αρκεί από μόνη της για να φύγω από κόντα σου, για να μας χωρίσει, όπως έκανα ως τώρα. Μπορεί να γίνει και μέσον που θα μας ενώσει.

Με γοητεύει, λοιπόν, όλα αυτό. Κυρίως, γιατί ξαφνικά με άφησα να νιώσω, να βιώσω ότι μπορώ να γίνω πιο ευέλικτος, πιο λάσκα, να δεχτώ ότι τα πράγματα, η ζωή, οι σχέσεις δεν είναι μόνο έτσι όπως τις αντιλαμβάνομαι εγώ ως τώρα. Σε ευχαριστώ.

Wednesday 21 November 2007

Άφησε με νάρθω μαζί σου..


Η Σονάτα του Σεληνόφωτος (απόσπασμα)

Άφησε με νάρθω μαζί σου. Τι φεγγάρι απόψε! Είναι καλό το φεγγάρι - δεν θα φαίνεται που ασπρίσαν τα μαλλιά μου. Το φεγγάρι θα κάνει πάλι χρυσά τα μαλλιά μου. Δε θα καταλάβεις. Άφησε με νάρθω μαζί σου.

Όταν δεν έχει φεγγάρι μεγαλώνουν οι σκιές μέσα στο σπίτι, αόρατα χέρια τραβούν τις κουρτίνες, ένα δάκτυλο αχνό γράφει στη σκόνη του πιάνου λησμονημένα λόγια – δεν θέλω να τ’ακούσω. Σώπα.

Άφησε με νάρθω μαζί σου λίγο πιο κάτου, ως τη μάντρα του τουβλάδικου, ως εκεί που στρίβει ο δρόμος και φαίνεται η πολιτεία τσιμεντένια και αέρινη, ασβεστωμένη με φεγγαρόφωτο, τόσο αδιάφορη και άυλη τόσο θετική σαν μεταφυσική, που μπορείς επιτέλους να πιστέψεις πως υπάρχεις και δεν υπάρχεις, πως ποτέ δεν υπήρξες, δεν υπήρξε ο χρόνος και η φθορά του. Άφησε με νάρθω μαζί σου.

Θα καθήσουμε λίγο στο πεζούλι, πάνω στο ύψωμα, κι όπως θα μας φυσάει ο ανοιξιάτικος αέρας μπορεί να φανταστούμε κιόλας πως θα πετάξουμε, γιατί, πολλές φορές, και τώρα ακόμη, ακούω το θόρυβο του φουστανιού μου σαν τον θόρυβο δυο δυνατών φτερών που ανοιγοκλείνουν…. το ξέρω πως καθένας μονάχος πορεύεται στον έρωτα, μονάχος στην δόξα και στο θανατο. Το ξέρω. Το δοκίμασα. Δεν ωφελεί. Άφησε με νάρθω μαζί σου.


Γ. Ρίτσος

Saturday 17 November 2007

Τα Παιδιά..

Κάθε χρόνο, όταν βλέπω στην τηλεόραση τη σκηνή που εισβάλλει το τανκ στην πύλη του Πολυτεχνείου, ανατριχιάζω. Κάθε φορά. Άνθρωποι κρεμασμένοι στην πύλη, σκοτάδι, το φως του τανκ. Το τανκ προχωρά, η πύλη τραντάζεται, οι άνθρωποι πέφτουν. Η πύλη υποχωρεί. Το τανκ εισβάλλει στο Πολυτεχνείο. Κι εγώ πάλι ανατριχιάζω. Ίσως να ακούγεται περίεργο, υπερβολικό, γραφικό σε άλλους. Δεν ξέρω. Και δε με νοιάζει, κιόλας. Για μένα το Πολυτεχνείο ήταν η πρώτη εικόνα που είχα σχετικά με την πολιτική. Ήταν το ερέθισμα που με πολιτικοποίησε. Θυμάμαι ακόμα αυτό το συναίσθημα της συγκίνησης που ένιωσα όταν ήμουν στο Δημοτικό και μου μίλησε η μάνα μου για το Πολυτεχνείο. Και για "Τα Παιδιά". Κι αυτό το συναίσθημα της συγκίνησης επανερχόταν στις σχολικές γιορτές, στις συζητήσεις, στις εκπομπές στην τηλεόραση, ώσπου κορυφώθηκε όταν με πήγε η μάνα μου στο Πολυτεχνείο, να αφήσω ένα γαρύφαλλο. Χαίρομαι κάθε φορά που ανατριχιάζω με την εικόνα της εισβολής του τανκ. Ίσως κι επειδή θυμάμαι αυτό το παιδί των εφτά χρονών που άκουγε με δέος την ιστορία για "Τα Παιδιά" που κλείστηκαν στο πανεπιστήμιό τους και ρίξανε τη χούντα.

Υ.Γ. Το γαρύφαλλό σου δεν το άφησα τελικά σήμερα. Συγγνώμη. Για το δικό μου δε με πειράζει τόσο, επειδή το Πολυτεχνείο όπως βλέπεις το έχω μέσα μου. Με πιάνεις κι εσύ,ε; Έτσι μπράβο!

Thursday 1 November 2007

περί φυγής και κυριαρχίας


«Εκείνο που του ζητούσα με την εξαφάνισή μου ήταν εγκατάσταση. Κυριαρχείς πάνω στον άλλον, καταργώντας τον με μια φυγή», έλεγε η Μαλβίνα. Κι έπιασα τον εαυτό μου να φεύγει. Πολλές φορές. Από σχέσεις φιλικές και ερωτικές. Ίσως η φυγή να δηλώνει κάτι παραπάνω από το προφανές, το ότι αποφεύγεις δηλαδή να αντιμετωπίσεις την κατάσταση. Ίσως λίγο πιο βαθιά να προσπαθείς όντως να κυριαρχήσεις πάνω στον άλλον, να τον απαξιώσεις, να τον περιφρονήσεις, να τον καταργήσεις. Ακραία εγωιστικό. Ίσως και συμπλεγματικό. Γιατί αν δεν μπορείς να κυριαρχήσεις στον άλλον με την παρουσία σου, αν δεν μπορείς να δείξεις το συναίσθημά σου, ακόμα κι όταν αυτό είναι η απαξίωση, με λόγια και πράξεις, κάτι έχεις χάσει στο δρόμο.. Ωστόσο, κι η απουσία μιλάει. Και η φυγή δηλώνει πράγματα, συναισθήματα. Είναι μια στάση. Φαίνεται εύκολη. Ευκολότερη από το να μείνεις εκεί, να σταθείς απέναντι στον όποιον άλλο και να τον καταργήσεις λεκτικά. Τελικά όμως ίσως και να μην είναι τόσο εύκολη. Γιατί η περιφρόνηση και η απαξίωση ενός σημαντικού άλλου σημαίνει αυτόματα και μια δική σου αυτο-απαξίωση. Ένα κομμάτι του εαυτού σου που συνδέθηκε με αυτόν τον άλλο, ακυρώνεται, καταργείται κι αυτό. Και από τον εαυτό σου δε μπορείς να φύγεις. Συνήθως, δηλαδή.

Wednesday 24 October 2007

Έκκληση για τη ζωή Ιρανού ομοφυλόφιλου που απειλείται με απέλαση

Η καταγγελία για να σωθεί η ζωή ενός Ιρανού που απειλείται αν επιστρέψει στη χώρα του, αυτή τη φορά δεν προέρχεται από αντιρατιστικές ή μεταναστευτικές οργανώσεις. Εχει σταλεί από την Ελληνική Ομοφυλοφιλική Κοινότητα και κοινοποιήθηκε προς όλους τους αρμόδιους υπουργούς, όπως τους Κ. Χατζηγάκη, Προκ. Παυλόπουλο, Παν. Χηνοφώτη. Οπως διευκρινίζουν τα μέλη της Ελληνικής Ομοφυλοφιλικής Κοινότητας, θα σταλεί και στις αρμόδιες υπηρεσίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σε ευρωβουλευτές και τις ευρωπαϊκές ανθρωπιστικές οργανώσεις.
Αναφέρονται σε κάποιον Ιρανό που αναγνωρίζεται με το όνομα Αλεξ και έχει κάνει αίτηση πολιτικού ασύλου στη χώρα μας (αρ. φακέλου ΥΔΤ 95/43300 και στο Τμήμα Ασύλου 12206/38647). Ο Ιρανός βρίσκεται στην Ελλάδα από το 1999 έχοντας διαφύγει από το Ιράν, ύστερα από φυλάκιση 45 ημερών στη διάρκεια των οποίων υπέστη βασανιστήρια και βιασμούς που πιστοποιούνται από το Ιατρικό Κέντρο Βασανιστηρίων.Φτάνοντας στην Ελλάδα υπέβαλε δύο φορές αίτηση πολιτικού ασύλου. Η αρμόδια υπηρεσία του υπ. Δημόσιας Τάξης τις απέρριψε και τις δύο. Εκτός όμως των βασανιστηρίων ο Αλεξ βεβαιώνει ότι είναι ομοφυλόφιλος, γεγονός που σημαίνει πως αν απελαθεί κινδυνεύει η ζωή του καθώς είναι γνωστό ότι στο Ιράν απαγχονίζονται οι ομοφυλόφιλοι.Ο σύντροφός του κατέθεσε επιστολή στη διάθεση της υπηρεσίας ασύλου που βρίσκεται ο φάκελός του, αναγνωρίζοντας ότι ο Αλεξ βρίσκεται σε ασφαλές περιβάλλον, ενώ κινδυνεύει με απαγχονισμό αν αποφασιστεί η επιστροφή του στο Ιράν.«Εάν η Ελλάδα τον απελάσει και γίνει συνένοχη στο ενδεχόμενο να κινδυνεύσει η ζωή του παραβιάζονται οι προστατευτικές διατάξεις της Συνθήκης (1951) της Γενεύης», όπως διευκρινίζει η Ομοφυλοφιλική Κοινότητα.
Αναδημοσίευση από τη σημερινή Ελευθεροτυπία.
Χωρίς σχόλιο.
.

Tuesday 23 October 2007

τι σου κάνει το ασανσέρ..


Σήμερα κάποια στιγμή στη δουλειά, την ώρα που μπήκα στο ασανσέρ, μία από τις πολλές φορές μάλλον, και χάζευα τη μούρη μου στον καθρέφτη, μου πέρασε αστραπιαία από το μυαλό. Μία κουβέντα μου θύμισε εκείνη την 23η Οκτωβρίου που σε γνώρισα. Πριν εφτά χρόνια. Ακριβώς. Μια εντελώς τυχαία στιγμή. Σε μια εντελώς ανέλπιστη συγκυρία. Δεν είχα ποτέ ως τότε φανταστεί ότι θα γνώριζα έτσι αυτό που λέμε τον έρωτα. Ή τέλος πάντων αυτό το συναίσθημα της αναστάτωσης και του ενθουσιασμού ταυτόχρονα. Τον κόμπο στο στομάχι και την αδημονία. Και την ανυπομονησία. Όλα αυτά. Απροετοίμαστος φαινομενικά, μιας και δεν είχα υπολογίσει ότι θα ερχόταν έτσι ξαφνικά στη ζωή μου όλο αυτό, ωστόσο προετοιμασμένος επί της ουσίας, γιατί το περίμενα χρόνια κι ας μην το καταλάβαινα. Και σε γνώρισα. Και μετά από κάποιους μήνες, πάλι από κάποια τυχαία, "κουφή" συγκυρία σε φίλησα. Κι ήταν το πρώτο φιλί, η πρώτη μυρωδιά, η πρώτη αγκαλιά.. Όλα. Η συνέχεια δεν έχει σημασία. Αυτό που ένιωσα σήμερα το μεσημέρι στο ασανσέρ, κάπου μεταξύ ρεσεψιόν και λογιστηρίου πρέπει να ήταν, ήταν ο εαυτός μου, εφτά χρόνια πριν, λίγο πιο αθώος. Λίγο πιο χαζός. Πολύ πιο ερωτευμένος. Ανέμελος. Αλλά δεν είναι μόνο η αθωότητα κι η ανεμελιά. Αυτά συνάδουν και με την ηλικία άλλωστε. Θυμήθηκα όμως ότι τότε, εκείνη την 23η Οκτωβρίου, και τις ημέρες που ακολούθησαν, δεν με ενδιέφερε τίποτα εκτός αυτό που ένιωθα. Άγνοια κινδύνου; Παρορμητικότητα; Έρωτας; Ίσως να έπαιζε ρόλο ότι ήμουν tabula rasa τότε. Δεν κουβαλούσα όσα φορτώνουν οι προηγούμενες σχέσεις. Αφού πέρασαν αυτά τα δευτερόλεπτα και βγήκα από το ασανσέρ, κόλλησα λίγο. Είδα τα γραφεία, τον κόσμο να δουλεύει, να γράφει στο word, το excel, να ρίχνει πασιέντζες, και σκέφτηκα "7 ΧΡΟΝΙΑ";; Μεγάλωσα.. Αλλά αυτή η αίσθηση επιβιώνει. Και είναι λίγο μάταιο να περιμένω να την ξανανιώσω. Αλλά είναι ταυτόχρονα όμορφο να βλέπω ότι επιβιώνει. Έστω και ως ανάμνηση. Ωστόσο, αυτό που κρατάω είναι ότι τις φορές που τα πράγματα έχουν έρθει απρόβλεπτα, χωρίς να βάλεις το χέρι σου τόσο και να τα πιέσεις, να τα προκαλέσες, αυτές τις φορές, τις φορές που λες δεν υπάρχει καμία θετική συγκυρία εκτός απ' το ότι εγώ σε γουστάρω κι εσύ με γουστάρεις, αυτές τις φορές, που θεωρητικά έχεις να αντιμετωπίσεις μια αντικομφορμιστική κατάσταση, που δεν είναι καθόλου στρωμένη, αν όντως με γουστάρεις και σε γουστάρω όσο λέμε, τότε τα πράγματα πάνε πολύ καλύτερα απ' ό,τι θα πήγαιναν αν φροντίζαμε να πληρούνται οι απαραίτητες προϋποθέσεις. Ίσως επειδή πάνε από μόνα τους.

Monday 22 October 2007

Να φταίει ο ήλιος; Το σπίτι; Ο Ερμής;

Την έκανα τη μετακόμιση. Τα χοντρά δηλαδή. Ίσα ίσα για να μπορώ να μείνω. Να γίνω το σπίτι βιώσιμο. Και άρχισα να συνηθίζω την καινούρια μου θέα, την καινούρια μου γειτονιά. Που είναι το ψιλικατζίδικο, το φαρμακείο, ο φούρνος, ο ωραίος γείτονας, το πιο κοντινό ΑΤΜ, τα κλασικά μωρέ. Και μετά άρχισε η βροχή. Η οποία, δε λέω, ωραία είναι. Μιας και έχω και ωροσκόπο Καρκίνο, ένας ρομαντισμός προσπαθεί να επιβιώσει που και που, οπότε άφησα το παράθυρο ανοιχτό και χάζευα το Λυκαβηττό ακούγοντας τη βροχή. Αλλά δεν τελείωνε η ρημάδα. Οπότε αφέθηκα να απολαμβάνω το καινούριο μου σπίτι, μιας και δεν είχα άλλη επιλογή. 'Αλλωστε, το πρώτο κύμα μετακόμισης δεν συμπεριελάμβανε ομπρέλα. Την Κυριακή έκανα την καθιερωμένη επίσκεψη στους δικούς μου. Με τη σκέψη ότι και μετά από είκοσι χρόνια, στα πενήντα παρά κάτι μου, θα αποτελεί casus belli το να μην πάω στο ρημαδοκυριακάτικο τραπέζι, μου'ρχεται να πηδήξω από τον τέταρτο. Και να τρομάξω τα ζάκια στα σκαλιά της Μπενάκη. Κρατήθηκα όμως. Κοινωνικοποιήθηκα ευτυχώς το απόγευμα, μιας και έκανε ένα διάλλειμα η βροχή και σήμερα ξύπνησα για έναν περίεργο λόγο πάρα πολύ χαρούμενος. Ο ήλιος θα φταίει, κι ας έχει αέρα. Κι ας είναι σε εκκρεμότητα τόσα πράγματα, υποχρεώσεις, σχέσεις, τσακωμοί, καταστάσεις. Αγχογόνες στο μεγαλύτερο μέρος τους. Πότε δεν θα είναι άλλωστε; Είναι ωραίο να έχεις δικό σου σπίτι τελικά..

Monday 15 October 2007

πρόσεχε μην σκοντάψεις

Και ξαφνικά οι πάντες και τα πάντα τρέχουν. Συμβαίνουν πράγματα γύρω σου γρήγορα, περνάν καταστάσεις από δίπλα σου ακόμα πιο γρήγορα, η Μ. χώρισε μετά από πέντε χρόνια, ο Κ. έπιασε δουλειά κάπου στην ελληνική επαρχία, η Λ. παντρεύεται αλλά δεν είναι σίγουρη, ο Τ. μπαινοβγαίνει στα νοσοκομεία, η Δ. σκέφτεται αν πρέπει να κρατήσει το παιδί ή όχι, ο Σ. ψάχνει για δουλειά και ο Θ. για σπίτι εδώ και ένα μήνα. Ξαφνικά, λοιπόν, συνειδητοποιείς ότι δεν προλαβαίνεις να τα επεξεργαστείς. Ούτε καν ως πληροφορίες. Πόσο μάλλον ως καταστάσεις. Ακόμα κι όταν συμβαίνουν σε σένα, δεν προλαβαίνεις να τα επεξεργαστείς. Το να μην περάσεις από μία περίοδο πένθους μετά από ένα χωρισμό επικαλούμενος ότι το έχεις ρίξει στην εργασιοθεραπεία, είναι μια συνηθισμένη δικαιολογία πια. Αυτό που με προβληματίζει όμως ειναι το ότι πλέον φαίνεται να μην είναι επιλογή, αλλά αναπόδραστη συνθήκη. Γεγονότα μικρά και μεγάλα, κουβέντες δικών σου ανθρώπων ή άσχετων, καταστάσεις που σου προκύπτουν κι όπως έρχονται φεύγουν χωρίς να προλάβεις να τις αγγίξεις. Τουλάχιστον όπως και όσο τις άγγιζες παλιότερα. Τελευταία έχω συλλάβει τον εαυτό μου να αναβάλλει ακόμα και το να φλερτάρει. Χτες, λοιπόν, περνώντας έξω από το παλιό σου σπίτι, σε σκέφτηκα. Αλλά μετά είχαμε ολομέλεια στη δουλειά και ξεχάστηκα.

Tuesday 9 October 2007

Και θα καταλάβεις σε ... ένα χρόνο τι σημαίνει... μια στιγμή αγάπης


Un Año de Amor


Lo nuestro se acabó y te arrepentiras
De haberle puesto fin a un año de amor.

Si ahora tu te vas pronto descubriras
Que los dias son eternos y vacios sin mi.


Y de noche , y de noche por no sentirte solo,
Recordaras nuestros dias felices,
Recordaras el sabor de mis besos.

Y entenderas en un sólo momento
Que significa un ao de amor
Que significa un año de amor.


Te has parado a pensar lo que sucedera
Todo lo que perdemos y lo que sufriras.
Si ahora tu te vas no recuperaras
los momentos felices que te hice vivir.


Y de noche , y de noche por no sentirte solo,
Recordaras nuestros dias felices,
Recordaras el sabor de mis besos.

Y entenderas en un sólo momento
Que significa un año de amor
Y entenderas en un sólo momento
Que significa un año de amor.

Wednesday 3 October 2007

το νου σου, σ' ακούω..

"Ό,τι είναι να γίνει, να γίνει μέχρι τα Χριστούγεννα γιατί η φλυτζανού μου είπε ότι μέχρι τα Χριστούγεννα θα πάνε πάρα πολύ καλά οι δουλειές μου.."
ατάκα νεαρής κυρίας Πέμπτη βράδυ στο σταθμό του ΗΣΑΠ της Βικτώριας

Sunday 30 September 2007

Thursday 27 September 2007

μετεκλογικά

Ένα εκατομμύριο ψηφοφόροι στις εκλογές της 16ης Σεπτέμβρη επέλεξαν να ψηφίσουν Αριστερά. Είτε αυτό είναι το Κ.Κ.Ε. είτε ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. είτε τα κόμματα της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς. Συγκριτικά με τις εκλογές του 2004, ο κόσμος που στράφηκε αριστερά είναι αρκετά περισσότερος. Είναι ίσως λίγο απάτη να μιλάει κανείς με ποσοστά, ωστόσο, δεν μπορεί να μην αναφερθεί κανείς στα 200.000 άκυρα και λευκά ψηφοδέλτια (τα οποία ήταν 30.000 λιγότερα το 2004) αλλά και τους 250.000 περισσότερους από το 2004 Έλληνες που επέλεξαν να απέχουν από την ψηφοφορία. Οι διαφοροποιήσεις αυτές σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές μπορούν να οδηγήσουν σε ενδιαφέροντα συμπεράσματα, αν σε αυτές προστεθεί και η μείωση του ποσοστού του δικομματισμού. Όσον αφορά τους νέους ψηφοφόρους, τα συμπεράσματα των εταιρειών δημοσκοπήσεων με βάση τα exit polls είναι διαφωτιστικά: Σύμφωνα με τη Metron Analysis στους νέους ψηφοφόρους κυριάρχησαν δύο μπλοκ, το ένα της Ν.Δ. και το άλλο της Αριστεράς, με προεξάρχοντα τον ΣΥΡΙΖΑ, που σημείωσε διψήφιο ποσοστό (10%). Ο δικομματισμός, σύμφωνα με το exit poll της ALCO, άγγιξε το 64%, στους νέους ψηφοφόρους, αφήνοντας 26% για τα άλλα τρία κόμματα που μπήκαν στη Βουλή.
Ο Επίκουρος καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Γεράσιμος Μοσχονάς παρατηρεί στην Ελευθεροτυπία: "Η ψήφος προς τα αριστερά κόμματα είναι κυρίως έκφραση διαμαρτυρίας και απογοήτευσης προς τα δύο μεγάλα κόμματα, και με αυτή την έννοια είναι μια κλασική ψήφος «τιμωρίας». Είναι όμως εν μέρει -και ταυτόχρονα- έκφραση μιας στροφής προς τα αριστερά. Οι ψηφοφόροι γνωρίζουν άριστα και ποια κόμματα ψηφίζουν και ποια θα είναι η χρήση αυτής της ψήφου από τις κομματικές ηγεσίες.
Συνεπώς, ένα τουλάχιστον τμήμα όσων εκφράζουν τη διαμαρτυρία τους επιλέγοντας την αριστερή ψήφο (τμήμα που ποσοτικά δεν είμαστε σε θέση να προσδιορίσουμε) είναι ανοικτό σε «κάτι άλλο». Ανήκει στις κομματικές ηγεσίες να προσδώσουν ένα ελκυστικό περιεχόμενο σε αυτό το «κάτι άλλο» και να μη θεωρήσουν την κίνηση προς την Αριστερά ως το φυσικό αποτέλεσμα, που αργά ή γρήγορα θα συνέβαινε, της «αιώνιας» ταξικής πάλης και του αγώνα «ενάντια στην παγκοσμιοποίηση».[…]
Το «ένας άλλος κόσμος είναι δυνατός» αποτελεί το κεντρικό μοτίβο της ριζοσπαστικής Αριστεράς, η οποία σήμερα ενισχύεται σε πολλές χώρες της Ευρώπης. Η «ηττημένη παράταξη» του 20ού αιώνα ή θα προσδώσει συγκεκριμένο προγραμματικό περιεχόμενο στο ως άνω σύνθημα ή θα δυσκολευτεί να μετατρέψει την ψήφο διαμαρτυρίας σε ψήφο επιδοκιμασίας."
Για φινάλε, το πρόσφατο παράδειγμα της Γαλλίας. Οι μεταρρυθμίσεις του Νικολά Σαρκοζί όχι μόνο κινητοποιούν τη γαλλική Αριστερά αλλά τη συσπειρώνουν κιόλας. Φαίνεται οι ηγέτες των εννιά κομμάτων της Αριστεράς κρίνουν ότι η συσπείρωση αυτή θα έχει καλύτερα αποτελέσματα. Σε σύσκεψή τους εννέα κόμματα της Αριστεράς, μεταξύ των οποίων το Σοσιαλιστικό Κόμμα, το Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας, οι πράσινοι, η ακροαριστερά LCR, συμφώνησαν στην έκδοση κοινής διακήρυξης με την οποία καταδίκασαν την πολιτική του Νικολά Σαρκοζί. Οι εκπρόσωποι της Αριστεράς εκτιμούν ότι «ο γαλλικός λαός αντιμετωπίζει την πιο πλατιά αντι-κοινωνική επίθεση των τελευταίων πενήντα ετών» και καλούν «όλες τις προοδευτικές δυνάμεις να συμμετάσχουν στις αναγκαίες κινητοποιήσεις».

Tuesday 25 September 2007

τι νόμιζες, οι αρχάριοι πάντοτε πέφτουν, πεθαίνουν, από έρωτα στο χάος τους γλιστρώντας..


Νηφάλιος, σπάνια βλέπω τον εαυτό μου και τη ζωή μου απ’ έξω. Κι όταν λέω απ’ έξω, αναφέρομαι σε έναν αποστασιοποιημένο, όχι ψυχρό απαραίτητα, τρόπο για να σε δεις. Σα να βλέπεις αυτό που ζεις τώρα που μιλάμε, από πάνω, πανοπτικά. Εγώ τώρα στη Σταδίου να περπατάω γρήγορα και να σπρώχνω κόσμο, εγώ που πριν πέντε λεπτά σκέφτηκα τι θα κάνω με τη δουλειά και πάλι απελπίστηκα, εγώ που δε μπορώ να βρω σπίτι και με έπιασε πανικός γιατί σίγουρα δε θα προλάβω μέχρι την πρώτη του μήνα, εγώ που δεν ξέρω πως θα τα βολέψω με τα λεφτά, θα χρειαστεί να πιάσω δεύτερη δουλειά να δεις, εγώ που πάλι νόμιζα ότι σε είδα στην Κολοκοτρώνη και γι’ αυτό έστριψα στη Βουλής κι έκανα κύκλο αλλά τελικά δεν ήσουν εσύ, και πάει λέγοντας. Σε πέντε χρόνια όμως, πόση αξία θα έχει αυτή η στιγμή στη Σταδίου; Κι αυτός ο κύκλος μέχρι τη Βουλής; Αν με δω από πάνω, ακόμα κι αυτή η στιγμή χτες που έβαλα ξαφνικά τα κλάματα, όταν θυμήθηκα εκείνο το βράδυ στη Ρωμαϊκή Αγορά, τότε, την τελευταία φορά που ήμαστε όλοι μαζί, ακόμα κι αυτή η στιγμή αποχτά άλλη διάσταση. Που λες αυτό, νηφάλιος, σπάνια το κάνω. Απαιτεί ένα βουνό εκλογίκευση. Είναι φορές, όμως, που το κάνω πιο εύκολα. Και βλέπω τη στιγμή για τη στιγμή. Και τότε προσπαθώ να βάλω τα πράγματα στις «σωστές» τους διαστάσεις (ποιος ορίζει το σωστό, είπαμε;). Και τότε ρωτάω τον εαυτό μου τι σημαίνει αυτό που ζω σε σχέση με το τώρα. Γιατί το κάνω; Και πώς νιώθω που το κάνω; Μετά από μία ώρα, ένα μήνα, ένα χρόνο θα με απασχολεί, θα έχει νόημα, θα έχει επηρεάσει τη ζωή μου; Γιατί το πιο εύκολο είναι να διογκώσεις ένα συναίσθημα, μια κατάσταση, μια σκέψη, να πολλαπλασιάσεις τις επιπτώσεις αυτού που ζεις. Ή αυτού που θες να ζήσεις. Θα μου πεις αυτό κάνουμε όταν είμαστε ερωτευμένοι. Ναι, όντως. Αλλά ο έρωτας είναι μια ειδική περίσταση. Εμπεριέχει και μια δόση ψυχοπαθολογίας, ίσως. Και εν πάσει περιπτώσει, αφού έτσι λειτουργούμε όταν είμαστε ερωτευμένοι, ας το κάνουμε μόνο τότε. Αλλιώς δεν θα μπορούμε να ξεχωρίσουμε πότε είμαστε όντως ερωτευμένοι και πότε δεν είμαστε, αλλά απλά έχουμε μάθει να υπερβάλλουμε, να διογκώνουμε τα πράγματα, να επικαλούμαστε το συναίσθημά μας προκειμένου να καλύψουμε τις ανάγκες, τις ανασφάλειες και τα κενά μας.

Tuesday 18 September 2007

μεταξύ νεοκλασικών και καφενείων

Η τέχνη παίζει τον κρυμμένο θησαυρό στο κέντρο της Αθήνας. Γουρουνάκια στην Κυψέλη, αφίσες δίνουν συνταγές για μελιτζάνες τυρί στα Εξάρχεια. Μια μισάνοιχτη πόρτα στην Κλαυθμώνος, βιβλία "κόβουν" τον δρόμο στους περαστικούς καθώς μετεωρίζονται στη Μαυροκορδάτου. Ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο μέσα σε ένα άδειο οικόπεδο στο Μεταξουργείο.

Με αφορμή την έκθεση "Where is the art?" και την 1η Μπιενάλε με τίτλο "Destroy Athens" , το Μεταξουργείο φιλοξενεί εκθέσεις και υπαίθριες προβολές. Εικαστικές προτάσεις ζωγραφικής, φωτογραφίας, γλυπτικής, βίντεο και γκράφιτι σε τοίχους, πλατείες, δρόμους και διαφημιστικές πινακίδες.

(για περισσότερες λεπτομέρειες, χάρτες, κλπ εδώ http://www.in.gr/news/article.asp?lngEntityID=832675&lngDtrID=253 http://www.athensbiennial.org/AB/intro.htm#)

Το Μεταξουργείο κι ο Κεραμεικός φαίνονται να ζουν μια περίοδο μετάβασης, πράγμα που αισθητικά δημιουργεί μια ενδιαφέρουσα εικόνα. Άλλοι ίσως έβρισκαν μια αντίφαση σε όλο αυτό, εγώ επιλέγω να το δω ως μια συνύπαρξη διαφορετικών εικόνων. Αρμονική, στα δικά μου μάτια. Ανάμεσα στις γκρίζες "κλασικές" αθηναϊκές πολυκατοικίες, βρίσκει κανείς νεοκλασικά ανακαινισμένα αλλά και γκρεμισμένα με σφραγισμένες πόρτες και παράθυρα ή και σπίτια με μεγάλες αυλές.. Πίσω από το κτίριο της κατάληψης στη Μυλλέρου που προορίζεται πλέον για γραφεία του Δήμου Αθηναίων, τα εστιατόρια και τα θέατρα στη Γρανικού, αλλά και το - ύποπτο και μη - σουλάτσο των μεταναστών στην πλατεία Αυδή. Πίσω από το Bios και το Nixon, τα μαγαζιά των Κινέζων, τα καφενεία - ταβέρνες στη Σαλαμίνος και τη Μυκηνών και τα μπουρδέλα στην Ιάσωνος, αλλά και οι εκθεσιακοί χώροι και οι γκαλερί στην Κεραμεικού.

Η περιοχή κάτω από την Ομόνοια φαίνεται να προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ της ως τώρα φήμης της ως underground και τάχα μου επικίνδυνη και της νέας τάσης που επελαύνει ήδη στο Θησείο, του Ψυρρή, τώρα και στο Γκάζι - να'ναι καλά το μετρό. Η ομορφιά της είναι άγρια, εγώ που μένω εδώ πια, νιώθω ότι εδώ χτυπάει η καρδιά της πόλης, ίσως και λόγω της πολυπολιτισμικότητάς της. Ίσως απλά να είναι μία από τις τελευταίες γειτονιές της Αθήνας που δεν έχουν ακόμα υποστεί την λεγόμενη "ανάπλαση", στην οποία παρεπιπτόντως αντιστέκονται σθεναρά τα γκραφίτι και τα συνθήματα στους τοίχους και τις πλατείες..

Saturday 15 September 2007

τα νέα υποκείμενα κι οι γνωστοί-άγνωστοι


Σε συνέχεια της ανάρτησης "Τίνος είναι βρε γυναίκα οι εκλογές;" από το βλέμμα (http://vlemma.wordpress.com/):


"..Αυτά τα νέα υποκείμενα δεν είναι ασφαλώς μόνο ταραξίες που σπάνε βιτρίνες και πυρπολούν σκουπιδοτενεκέδες. Είναι και οι ωριμότεροι ηλικιακά διαδηλωτές με τα μαύρα Prada, του φετινού καλοκαιριού των πυρκαγιών, είναι το άτυπο, ογκούμενο πολιτικό σώμα των SMS και των μπλογκ, είναι όσοι διεκδικούν την έκφραση και τη συμμετοχή, χωρίς να αρνούνται τον ευδαιμονισμό ή τη βολή, αρνούμενοι ωστόσο την τυφλή συμμόρφωση στο τρέχον σύστημα διαχείρισης, δυσπιστώντας ακόμη και προς τους ποικιλώνυμους μη κυβερνητικούς οργανισμούς που σπεύδουν να καλύψουν το κενό εξουσίας χωρίς ρίζα και νομιμοποίηση.Μορφωμένοι, επικοινωνούντες, με καλό γούστο και απαιτήσεις, νεόπτωχοι, διαψευσμένοι και ελπίζοντες, αντιφατικοί, χωρίς συνείδηση ίσως, χωρίς πλατφόρμα, αυτοί οι πολίτες-ψηφοφόροι είναι οι γνωστοί-άγνωστοι στη φετινή κάλπη."

Friday 14 September 2007

Τίνος είναι βρε γυναίκα οι εκλογές;

Όταν προκηρύχθηκαν οι εκλογές, οι εφημερίδες έλεγαν ότι θα είναι οι πιο «βουβές» εκλογές, λόγω της μικρής προεκλογικής περιόδου. Στην πορεία ονομάστηκαν οι εκλογές των πυρκαγιών. Τα δύο μεγάλα κόμματα τις μετέτρεψαν στις εκλογές του εκβιασμού για την αυτοδυναμία, λόγω του αναλογικότερου (;) εκλογικού νόμου. Για τον ίδιο λόγο, τα «μικρότερα» κόμματα τις χαρακτήρισαν ως τις εκλογές της πτώσης του δικομματισμού. Η ύπαρξη και μόνο του ΛΑΟΣ τους έδωσε τη διάσταση των πρώτων εκλογών όπου θα εκπροσωπηθεί ακροδεξιό κόμμα στη Βουλή, κοκ.. Εμένα μου φαίνεται ότι ζούμε τις πρώτες εκλογές του διαδικτύου. Ίσως επειδή όλο και περισσότερος κόσμος, νεαρές ηλικίες κυρίως, φαίνεται να ενημερώνεται για τις εκλογές από το διαδίκτυο. Όπου διαδίκτυο τα blogs των υποψηφίων, η ψηφιακή μορφή των εφημερίδων, οι αναρίθμητοι bloggers που μιλούν για πολιτική, οι πειραγμένες φωτογραφίες πολιτικών που προκαλούν γέλιο και κυκλοφορούν ταχύτατα και πάει λέγοντας. Η κοινωνία των bloggers φαίνεται να διαμορφώνει μια δυναμική όσο περνάει ο καιρός. Και αυτές τις μέρες, με αποκορύφωμα τη βουβή διαμαρτυρία στο Σύνταγμα, έδειξε ότι αυτή η δυναμική μπορεί να έχει και πολιτική διάσταση. Αυτό που μένει να φανεί είναι αν αυτή η υπό διαμόρφωση κοινωνία μπορεί να γίνει μαζική. Ή έστω μαζικότερη από ό,τι είναι ήδη..

Saturday 8 September 2007

untitled

Κάποια βράδυα καπνίζοντας στο μπαλκόνι κοιτάζω τα φώτα της μαρίνας.Ακούω τους ήχους της πόλης.Ένα αυτοκίνητο πέρασε.Άλλο ένα.Το βουητό από το κλιματιστικό του απέναντι.Αυτό τον καιρό τα γεγονότα, τα πρόσωπα περνάν από δίπλα μου, από πάνω μου και εξαφανίζονται.Δεν αφήνουν σημάδια.Εκτός από ένα...κάπου μακριά.Πίνω λίγο νερό.Ζεστό αυτό το καλοκαίρι.Δεν έχω κανένα να με πιστέψει και κανένα να πιστέψω.Κάθομαι.Ακόμα κοιτάω τα φώτα της μαρίνας.Ένας σκύλος γαυγίζει.Κουράστηκα.Λέω να πάω για ύπνο.

Thursday 6 September 2007

Σήμερα που έχω κέφια, κάτι χαρούμενο..

Το ζώδιο μου στα αγαπημένα – και καλά – free press λέει να κάνω υπομονή ως τη Δευτέρα. Την άνοιξη έλεγε να κάνω υπομονή ως το καλοκαίρι και το 1997 να κάνω υπομονή ως τους Ολυμπιακούς. Η μαμά μου μου λέει να κάνω υπομονή μέχρι να βρω μια καλύτερη δουλειά, οι φίλοι μου να κάνω υπομονή μέχρι να βρω τον τρελό έρωτα και ο Αλογοσκούφης να κάνω υπομονή 45 χρόνια μήπως βρω τη σύνταξή μου. Εγώ πάλι με τη σειρά μου ειρωνεύομαι και αμφισβητώ όσους μου προτείνουν να κάνω υπομονή, αλλά ξαφνικά το πρωί – λίγο πριν με σπρώξει εκείνος ο φαντάρος στην πλατεία Αβησσυνίας θα ήταν – συνειδητοποίησα ότι δεν κάνω κάτι άλλο από υπομονή. Όπου η υπομονή, ως αρετή, ως στοιχείο της προσωπικότητας, ως τρόπος ζωής, ως ό,τι θέλει ο καθένας, τελικά εξελίσσεται σε μηχανισμό. Κι ο μηχανισμός αυτός απλά με βοηθάει να ξεπεράσω ή να εθελοτυφλήσω μπροστά στο κατακλυσμιαίο αίσθημα ανικανοποίητου. Θα μπορούσε κανείς – σίγουρα πιο αισιόδοξος από εμένα – να μεταφράσει αυτήν την επίκληση στην υπομονή ως ανάγκη για ελπίδα. Άλλωστε δεν περιέχει όντως κάτι το ελπιδοφόρο το «κάνε υπομονή κι ο ουρανός..» κλπ κλπ; Άρα μάλλον έχουν όλοι δίκιο, και η athensvoice και η μάνα μου και οι φίλοι μου και ο Αλογοσκούφης. Απλά πρέπει να πείσω τον εαυτό μου ότι κάνω υπομονή γιατί ελπίζω σε κάτι καλύτερο. Ζούμε το εδώ και το τώρα όμως; Δουλεύεις εδώ τώρα για να δουλέψεις μετά κάπου καλύτερα; Φιλάς αυτόν τώρα επειδή κάνεις υπομονή όταν ανοίξεις τα μάτια να έχει γίνει ο πρίγκιπας; Βαριέμαι να μπω στη συζήτηση αν φταίει ο δυτικός τρόπος ζωής που δε μας αφήνει να ζήσουμε το εδώ και το τώρα. Η διαφήμιση και η τεχνολογία που μας αναγκάζουν να έχουμε αυτό το ανικανοποίητο. Μπορεί να είναι κι έτσι. Αλλά από ένα σημείο και μετά ακούγονται σαν έκθεση στο γυμνάσιο. Βαρετή κιόλας. Του 15-16 το πολύ. Τι να πρωτοδιαχειριστεί κανείς; Το ανικανοποίητο; Τη ματαίωση; Την υπομονή; Την ελπίδα; Το καζανάκι που τρέχει; Την Πάρνηθα που κάηκε; Τον αποπάνω που παίζει βιολί στη 1 το βράδυ; Το οικογενειακό τραπέζι την Κυριακή; Τα δελτία των οχτώ; Το μωρό που κλαίει; Τις υπερωρίες του; Τι; Και κυρίως, πώς;

Wednesday 5 September 2007

πού είναι αυτοί οι απεριόριστοι τρελλοί;


«Έζησα κοντά στους ζωντανούς ανθρώπους κι αγάπησα τους ζωντανούς ανθρώπους όμως η καρδιά μου ήταν πιο κοντά στους άγριους άρρωστους με τα φτερά, στους μεγάλους απεριόριστους τρελλούς κι ακόμα στους θαυμάσια πεθαμένους».


Μίλτος Σαχτούρης

Monday 27 August 2007

Εσύ; Τι έχεις να περιμένεις;

"Το ξέρω πως καθένας μοναχός πορεύεται στον έρωτα, μοναχός στη δόξα και στο θάνατο. Το ξέρω. Το δοκίμασα. Δεν ωφελεί. Άφησέ με νάρθω μαζί σου."

Γ. Ρίτσος, Η Σονάτα του Σεληνόφωτος

Μοναχός. Μόνος. Αποκλεισμένος. Φυλακισμένος. Καταπιεσμένος. Αβοήθητος.

Πρέπει να έχω πατήσει το enter πάνω από 292.000 φορές όσο καιρό είμαι σε αυτή τη δουλειά. Ένα κουμπάκι είναι. Αλλά σήμερα βαρέθηκα. Μήπως να αρχίσω να πατάω το shift ή το alt, έτσι για αλλαγή; Και τι θα γίνει αν όλη μέρα πατάω λάθος κουμπί; Το πολύ πολύ να βγει ο μαλάκας από τη γραφειάρα του μόλις το πάρει χαμπάρι και να με απολύσει. Αφού με ξεφτιλίσει μπροστά σε όλους. Όπως έκανε με την Α. τις προάλλες. Κόντευε να βάλει τα κλάματα η καημένη. Τόσα χρόνια δουλεύει και αναγκάζεται να υπομένει τις παραξενιές του καθενός, επειδή τυχαίνει να είναι αυτός που πληρώνει. Και καλά εγώ. Εγώ δεν είμαι ούτε τριάντα ακόμα. Η Α. όμως; Δε μπορώ να βλέπω άλλο την οθόνη. Με νευριάζει. Και όσο βλέπω αυτό το ρημαδοτοπίο που έβαλα στο desktop είναι σα να μου φταίει αυτή η παραλία στη Σαντορίνη για όλα. Λες και τα ’χω μ’ αυτήν. Βαριέμαι. Από την πρώτη μέρα εδώ, βαριέμαι. Βαριεστημένες φάτσες γύρω παντού. Μόνο το παιδί που μας ανεβάζει τους καφέδες χαμογελάει. Κι αυτός επειδή δε δουλεύει εδώ. Και στην αρχή έλεγα θα κάτσω ίσα για να μαζέψω κανα φράγκο και να ψάξω κάτι στη μετάφραση. Με ρούφηξε το λογιστήριό τους, όμως, γαμώ την τύχη μου. Δε θέλω να πάρω σύνταξη από εδώ.. Αλλά έχω και τις δόσεις για το σπίτι, έχω και τη μαμά στο χωριό, έτσι θα την αφήσω; Αν δεν της στείλω εγώ ποιος θα της στείλει; Μόνη μου παλεύω να ξοφλήσω το σπίτι, μόνη μου να συντηρήσω τη μάνα μου, μόνη μου παλεύω με το τοπίο της Σαντορίνης κάθε μέρα, μόνη μου με τις φωνές του διευθυντή, τις απαιτήσεις του, τις υπερωρίες που δεν πληρώνομαι, μόνη με μια δουλειά που ούτε στα χειρότερα μου όνειρα δε θα φανταζόμουν. Μόνη να κοιτάω το enter τόση ώρα και να αρνούμαι να το πατήσω..

Wednesday 8 August 2007

Goatboy says...



"The world is like a ride at an amusement park.And when you choose to go on it, you think that it's real because that's how powerful our minds are.And the ride goes up and down and round and round.It has thrills and chills, and it's very brightly colored, and it's very loud and it's fun, for a while. Some people have been on the ride for a long time and they begin to question-is this real, or is this just a ride?And other people have remembered,and they come back to us.They say, Hey! Don't worry,don't be afraid, ever, because, this is just a ride.And we...kill those people.We have a lot invested in this ride.Look at my furrows of worry.Look at my big bank account and my family.This has to be real...It's just a ride.But we always kill those good guys who try and tell us that, you ever notice that? And let the demons run amok.But it doesn't matter because it's just a ride.And we can change it any time we want.It's only a choice. No effort,no work, no job,no savings and money.A choice, right now, between fear and love. The eyes of fear want you to put bigger locks on your doors, buy guns, close yourself off.The eyes of love, instead, see all of us as one.Here's what we can do to change the world,right now, to a better ride. Take all that money we spend on weapons and defence each year, and instead spend it feeding, clothing and educating the poor of the world, which it would pay many times over, not one human being excluded, and we would explore space, together, both inner and outer, for ever, in peace."

Bill Hicks (1961-1994)

Tuesday 7 August 2007

Το αδοκίμαστο..


Τόσο η νύχτα, τόσο η βοή στον άνεμο

Τόσο η στάλα στον αέρα, τόσο η σιγαλιά
Τριγύρω η θάλασσα η δεσποτική

Καμάρα τ' ουρανού με τ' άστρα

Τόσο η ελάχιστή σου αναπνοή

Που πια δεν έχω τίποτε άλλο

Μες στους τέσσερις τοίχους, το ταβάνι, το πάτωμα
Να φωνάζω από σένα και να με χτυπά η φωνή μου
Να μυρίζω από σένα και ν' αγριεύουν οι άνθρωποι
Επειδή το αδοκίμαστο και το απ' αλλού φερμένο
Δεν τ' αντέχουν οι άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ' ακούς
Είναι νωρίς ακόμη μες στον κόσμο αυτόν αγάπη μου

Να μιλώ για σένα και για μένα.




Οδυσσέας Ελύτης, ΤΟ ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ

Sunday 5 August 2007

Maybe tomorrow, I'll never sing again



And you will sing
as long as there's a song
the feelings never gone
it was the first time to be in love.
Maybe tomorrow, I'll never sing again
but I'll remember when
it was the first time to be in love...

Έτρεχα, έτρεχα, ώρα πολλή. Ώσπου κάποια στιγμή μου κόπηκε η ανάσα. Ακόμα καπνίζω δύο πακέτα τη μέρα, βλέπεις. Κι ακούμπησα πάνω σε ένα στύλο με μια αφίσα που ανήγγειλε την Έφη Θώδη στο πανηγύρι της τοπικής ενορίας για το Δεκαπενταύγουστο. Έκαιγε ο ήλιος. Ψυχή στο δρόμο. Να ήσουν εσύ όντως άραγε ή τζάμπα τόσο τρέξιμο; Κι αν ήσουν εσύ, αδυνάτισες τελικά που έλεγες ότι δεν μπορούσες κι όλες οι δίαιτες ήταν για τον πούτσο. Αλλά κι αν δεν ήσουν εσύ; Αν δεν ήσουν εσύ, τελικά πρέπει να είμαι όντως παρανοϊκός, όπως λέει ο Αντώνης. Εσύ ήσουν, δεν γίνεται να έκανα τόσο λάθος. Βέβαια έχω να σε δω κι ένα χρόνο κοντά. Από το περσινό καλοκαίρι. Στην κηδεία του αδερφού της Ιουλίας. Στην Παιανία, θυμάσαι; Δεν μου είχες μιλήσει στην αρχή. Αλλά κηδεία ήταν, όσο να πεις, τουλάχιστον για δυο – τρεις ώρες ήμασταν και οι δύο επηρεασμένοι από όλες αυτές τις σκέψεις περί ματαιότητας της ζωής και ούτω καθεξής. Σου πήγαιναν τα μαύρα. Αν και το θεώρησα υπερβολή να φοράς μαύρα με τέτοιο ήλιο. Άλλωστε από εμένα την είχες γνωρίσει την Ιουλία και τον αδερφό της άντε να τον είχες δει κανα δυο φορές σε γιορτές και γενέθλια. Μου είχε φανεί τόσο μεταφυσικό που ήρθες και μου μίλησες πάνω από τον τάφο του Χατζιδάκι. Ίσως επειδή ο αγαπημένος μας δίσκος ήταν το “Reflections”. Ήμουν σίγουρος τότε ότι εσύ δεν το έβλεπες έτσι, ως κάτι μοιραίο. Άλλωστε, όλα όσα συνέβαιναν στη ζωή σου θεωρούσες ότι τα καθόριζε η τύχη. Κι εγώ έμεινα να κοιτάω το μάρμαρο στον τάφο του Χατζιδάκι. 1925 – 1994. Και να αναρωτιέμαι αν η Παιανία έχει κάποιον άλλο λόγο ύπαρξης εκτός από τους ελαιώνες και τον τάφο του Χατζιδάκι. Και να θυμάμαι εκείνο το καλοκαίρι στην Περίσσα που η Ιουλία είχε φέρει τον αδερφό της «επειδή μόλις τον έχει χωρίσει η κοπέλα του και δεν έχει που να πάει». Σε κοιτούσα να απομακρύνεσαι και ήταν σα να συνειδητοποίησα, ένα χρόνο μετά, ότι δεν υπάρχεις στη ζωή μου. Ότι δεν εξαρτάται τίποτα πλέον στη ζωή μου από εσένα. Γιατί, ξέρεις, το μυαλό δημιουργεί τη δική του πραγματικότητα. Ακόμα κι αν είχες φύγει τόσο καιρό, σε συντηρούσε μέσα μου η σκέψη. Αρκούσε μια στιγμή, πάνω από ένα λευκό μάρμαρο, δίπλα σε αναφιλητά και κατάρες στη ζωή που είναι άδικη, για να καταλάβω ότι δεν υπάρχεις. Ότι ούτε εγώ μπορώ πλέον να επηρεάσω σε τίποτα τη ζωή σου, ούτε εσύ τη δική μου. Ότι δεν υπάρχεις μες στην πραγματικότητά μου. Η εικόνα της πλάτης σου να απομακρύνεται. Αυτό μου έχει μείνει από τότε. Ούτε καν η μάνα της Ιουλίας που λιποθύμησε στον καφέ. Η εικόνα της πλάτης σου, το λευκό μάρμαρο και το Dedication.

Friday 3 August 2007

Έλα, ζωγράφισε την οικογένειά σου..

Η ζωγραφιά αυτή είναι δημιούργημα ενός παιδιού από το Νταρφούρ. Προσωπικά, δεν ξέρω τι ακριβώς γίνεται στο Νταρφούρ. Φταίει ότι οι ειδήσεις στη χώρα μας παραίεναι ελληνοκεντρικές, φταίει ότι κι εγώ δεν έχω ενδιαφερθεί ιδιαίτερα – ίσως επειδή θεωρώ ότι δεν μπορώ να κάνω κάτι γι’ αυτό. Αλλά βλέποντας αυτή τη ζωγραφιά στα σημερινά Νέα, μου είναι δύσκολο να μην κοντοσταθώ λίγο. Και να σκεφτώ ότι η αθώα φαινομενικά φράση «ζωγράφισε την οικογένειά σου, το σπίτι σου» χάνει την αθωότητά της όταν απευθύνεται σε ένα παιδί στο Νταρφούρ και σε κάθε Νταρφούρ. Με τρομάζει πόσο φυσικό κι αυθόρμητο είναι για αυτό το παιδί να ζωγραφίσει βομβαρδισμούς, στρατιώτες, τεθωρακισμένα, νεκρούς, εκεί που εγώ στην ίδια ηλικία θα ζωγράφιζα δέντρα, πουλιά και ανθρώπους χαμογελαστούς. Κι ο μόνος καπνός στη ζωγραφιά μου θα ήταν ο καπνός που βγαίνει από το τζάκι του σπιτιού…





Thursday 2 August 2007

Έρωτας..

'Oλη τη νύχτα πάλεψαν απεγνωσμένα να σωθούν απ' τον εαυτό τους,
δαγκώθηκαν, στα νύχια τους μείναν κομμάτια δέρμα, γδαρθήκανε
σαν δυο ανυπεράσπιστοι εχθροί, σε μια στιγμή, αλλόφρονες, ματωμένοι,
βγάλανε μια κραυγή
σα ναυαγοί, που, λίγο πριν ξεψυχήσουν, θαρρούν πως βλέπουν φώτα,
κάπου μακριά.
Κι όταν ξημέρωσε, τα σώματά τους σα δυο μεγάλα ψαροκόκκαλα
ξεβρασμένα στην όχθη ενός καινούργιου μάταιου πρωινού.

Τάσος Λειβαδίτης

Monday 30 July 2007

Για να μη μένει ο παραλήπτης βουβός, αδιάφορος, παθητικός..

Πέθανε σήμερα ο Σουηδός σκηνοθέτης Ίνγκμαρ Μπέργκμαν στο σπίτι του στο νησί Φάρο της Σουηδίας στη Βαλτική. Ήταν 89 ετών.
Ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ για τον Μπέργκμαν:

«Πιστεύω ότι ο Ίνγκμαρ Μπέργκμαν ο Βιτόριο ντε Σίκα και ο Φεντερίκο Φελίνι είναι οι μοναδικοί σκηνοθέτες στον κόσμο ολόκληρο που δεν "οπορτουνίζουν" καλλιτεχνικά. Τι εννοώ; Οτι δεν περιμένουν στις καρέκλες τους μπας και τους στείλουν ένα καλό σενάριο για να το γυρίσουν ταινία. Εχουν άποψη, που την εκφράζουν διαρκώς στα φιλμ τους και είτε γράφουν σενάρια από μόνοι τους είτε παραγγέλνουν σενάρια με συγκεκριμένες προδιαγραφές».


Ο Μπέργκμαν για το θέατρο:

«Πιστεύω ότι η τέχνη μας είναι ηθική. Λέγοντας ηθική, εννοώ ότι υπακούει σε νόμους. Αν παραβιάσεις το νόμο, τιμωρείσαι. Και η ποινή είναι πάντα η ίδια: δεν θα καταφέρεις να αγγίξεις το θεατή. Ο παραλήπτης θα μείνει βουβός, αδιάφορος, παθητικός. Οπότε, μάταια παίζεις, η ύπαρξή σου δεν έχει πια καμιά δικαίωση, θα μπορούσες και να 'χεις πεθάνει».

Η παρτίδα σκάκι με το Χάρο είναι από την ταινία «Η Έβδομη Σφραγίδα».

Saturday 28 July 2007

Πέρασε κιόλας ενάμισης χρόνος από εκείνη την Πρωτοχρονιά. Ακόμα πιάνω τον εαυτό μου να επαναφέρει στη μνήμη την εικόνα σου, καμιά φορά που περνάω – τυχαία πια – από τη μικρή στοά πίσω από το βιβλιοπωλείο. Το στομάχι ξαφνικά να γίνεται κόμπος, ένα κάψιμο να ξεκινάει από το λαιμό και να κατεβαίνει προς τα κάτω, οι παλμοί να ανεβαίνουν, το στόμα να στεγνώνει. Κι όμως τα μάτια μου καρφωμένα πάνω σου κι εγώ να χαμογελώ αμήχανα κι αυθόρμητα. Προσπάθησα πολύ αλλά την έδιωξα την εικόνα σου. Τελικά, μου πήρε καιρό αλλά κατάλαβα ότι δεν προσπαθούσα να διώξω εσένα. Το νιώθω πολύ έντονα πλέον. Προσπαθούσα να διώξω – και μάλλον τα κατάφερα – ό,τι προσωποποίησες τότε για μένα. Την ευτυχία, τον έρωτα, τον ενθουσιασμό, το χαμόγελο, το φλερτ που καταλήγει στη σχέση, αυτήν την αμηχανία με το που βλέπεις τον άλλο και σκέφτεσαι «τώρα με κοιτάει ή όχι; με θέλει ή όχι; να του μιλήσω; κι αν του μιλήσω τι να του πω;», αυτό έδιωξα. Στην προσπάθεια μου να σε ξεπεράσω, να ξεπεράσω αυτά που ένιωσα τότε δηλαδή, πάγωσα τον εαυτό μου, τον μπλόκαρα. Και από τότε αναλώθηκα σε καταστάσεις αδιέξοδες, που φαίνονταν από την αρχή ότι δεν θα μπορούσαν να καταλήξουν αλλού. Κι αν ακόμα μπορούσαν δεν τις άφηνα εγώ. Σα να είχα μάθει ότι δεν θα μου ξανασυμβεί αυτό. Σα να μην ήθελα να μου ξανασυμβεί αυτό. Σα να με τιμωρούσα στην απογοήτευση. Δε θέλω να πιστεύω ότι είναι οριστικό. Στην ανθρώπινη φύση ίσως να μην είναι τίποτα οριστικό. Ίσως να είναι όντως όλα ρευστά και ευμετάβλητα. Ωστόσο, δεν μπορώ παρά να αναγνωρίσω ότι τώρα νιώθω έτσι, νιώθω μια ψυχική κούραση με την ιδέα και μόνο ότι θα μπω στη διαδικασία να φλερτάρω, να διεκδικήσω, να νιώσω κάτι δυνατό, του οποίου όμως κανείς δε μπορεί να εγγυηθεί το επιτυχές αποτέλεσμα. Γι’ αυτό και αναλώνομαι σε καταστάσεις εύκολες κι ανθρώπους αδιάφορους. Γιατί ίσως να έχει περισσότερη ασφάλεια. Γιατί σίγουρα έχει περισσότερη ασφάλεια μια εμπλοκή με κάποιον που διαρκεί δύο ώρες και αφού περάσουν αυτές οι δύο ώρες εσύ μπορείς πολύ αυθόρμητα να σκέφτεσαι τη λίστα με τα ψώνια. Δε φταις εσύ προφανώς. Γιατί εσύ δεν υπάρχεις στη ζωή μου, την καθημερινότητά μου εδώ και ενάμιση χρόνο. Και δεν φταις εσύ επίσης, γιατί θα μπορούσες να ήσουν ο οποιοσδήποτε εσύ. Έτυχε να είσαι εσύ εκείνη την Πρωτοχρονιά που περνούσες από τη μικρή στοά πίσω από το βιβλιοπωλείο την ώρα που περνούσα κι εγώ για να πάρω δώρο στον Β. Ώρες ώρες αναρωτιόμουν τι θα γινόταν αν τελικά είχαμε συμφωνήσει με την Ε. και του είχαμε πάρει μαζί εκείνο το πουλόβερ. Δε θα περνούσα από τη στοά εκείνη την Πέμπτη το απόγευμα. Δεν έχει να λέει, βέβαια. Θα περνούσα από μια άλλη στοά, θα γνώριζα έναν άλλον εσύ και τα πράγματα θα είχαν γίνει κάπως έτσι, ίσως και ακριβώς έτσι.

Tuesday 24 July 2007

Απ’ το παράθυρό μου βλέπω..

Κυριακή απόγευμα. Την ώρα που όλη η Αθήνα καταριέται τον καύσωνα – ή μάλλον η μισή Αθήνα καταριέται που έμεινε σπίτι με τον καύσωνα και η άλλη μισή που δεν έμεινε σπίτι με τον καύσωνα. Στον Κεραμεικό. Στα σύνορα με το Μεταξουργείο. Στον πεζόδρομο η απόλυτη ησυχία. Να πάρω τσιγάρα πριν πάω σπίτι. Η κυρα-Ντίνα έχει κλείσει το ψιλικατζίδικο απέναντι ώρα τώρα. Θα της χάλασε ο ανεμιστήρας πάλι. Τρία παιδιά πετάνε μια μπάλα μπάσκετ σε ένα παράθυρο – προσομοίωση μπασκέτας. Στιγμιαία προσπαθώ να μαντέψω πως μετράνε τους πόντους.. Μια μουσική ακούγεται παράλληλα με τον κρότο της μπάλας. Από το παρακάτω στενό εμφανίζεται ένας τύπος με ένα ακορντεόν γραπωμένο στον ώμο του. Συντονισμένος στο ρυθμό του καύσωνα – ή και της μπάλας του μπάσκετ – περπατάει αργά αλλά ρυθμικά. Παίζει τα «Παιδιά του Πειραιά» και έχει το βλέμμα καρφωμένο σε ένα μπαλκόνι. Δε θα βρω τσιγάρα, να δεις. Τον ξανακοιτάω, τι να κάνει απογεματιάτικα; Καντάδα; Ανοίγω τη μπαλκονόπορτα, χαζεύω τις γλάστρες, μια γυναίκα που απλώνει απέναντι, ένα καινούριο γκράφιτι στον τοίχο, συμπαθητικό φαίνεται, την ταμπέλα «Χο-Τσιγκ Πι-Τζα-Μα», τη μπάλα να ανεβοκατεβαίνει στο παράθυρο, – όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά. Ο τύπος με το ακορντεόν συνεχίζει να έχει το βλέμμα στραμμένο στην ίδια κατεύθυνση, με τη διαφορά ότι συνεχίζει να ανηφορίζει τον πεζόδρομο. Τελικά δεν κάνει καντάδα, μάλλον. Ή αν κάνει, απλά κάνει σε όλους μας. Ή μπορεί, ακόμα πιο απλά, να περιμένει για κάποιο χειροκρότημα πίσω από τα κλειστά πατζούρια. Τη χτυπάει ο ήλιος αυτή την πλευρά, βλέπεις.

Wednesday 18 July 2007

Κι ένα γερασμένο πρόσωπο έχει την ομορφιά του..

Το άκουσα χτες στην τηλεόραση. Το είπε η Αλέκα η Παΐζη. Τη θυμάσαι; Που την είχαμε δει Εκάβη στην Επίδαυρο τον Αύγουστο του ’88; Ή το ’87 ήταν. Το ’87 με τον μεγάλο καύσωνα. Τότε που ψόφησε η κότα που κρατούσα στην ταράτσα. Και μου το έλεγες, αλλά ήθελα να έχω κάτι από τις θύμισες στο χωριό, τι να έκανα; Το είπε που λες η Παΐζη. Τη ρώτησε ο δημοσιογράφος αν νιώθει άσχημα που γέρασε. Άκου ερώτηση. Ντράπηκα εγώ, παιδί μου, μόλις τον άκουσα. Εκείνη όμως τίποτα. Αντίθετα, να δεις, γέλασε αυτή, σαν παιδί, και είπε αυτό. "Κι ένα γερασμένο πρόσωπο έχει την ομορφιά του".
Με βαραίνουν οι ρυτίδες στο έχω πει ε; Και με βαραίνει πιο πολύ σαν κοιτάω τις φωτογραφίες και όλοι έχουν φύγει. Πρόπερσι που έφυγε ο θείος σου ο Ν. το κατάλαβα. Η πιο μεγάλη στην κηδεία ήμουν. Και το ένιωσα στα μάτια του κόσμου. Αλλά δεν είναι ο θάνατος. Μη σου πω ότι όσο μεγαλώνω τόσο τη συνηθίζω. Είναι η μοναξιά, μικρή μου. Αλλά τι χαρά πήρα χτες που είδα την Παΐζη δε φαντάζεσαι. Ξέρεις πως γελούσε; Σα δέκα χρονώ κορίτσι. Κι έπαιξε πιάνο και τραγούδησε κιόλας. Κι όσο την έβλεπα ένιωσα ότι θα ήθελα να ήταν φίλη μου. Ωραίος άνθρωπος.
Ήταν στην Αντίσταση, στην εξορία στο Τρίκερι. Θα ξέρει και την Ρ., την ξαδέρφη του πατέρα σου, που είναι στο Μόναχο τώρα. Έχουμε να μιλήσουμε από τότε που χάσαμε τον πατέρα σου με την Ρ.
Χτες όμως κοιμήθηκα χαρούμενη μετά από πολύ καιρό. Μπορεί να είναι και ιδέα μου αλλά σα να μου πέρασε ο πόνος στο πόδι - από το χτύπημα που είχε κακοφορμίσει, θυμάσαι; Όσο έβλεπα την εκπομπή τόσο χαμογελούσα. Ας είναι. Σε αφήνω τώρα καρδιά μου.
Κάνε μου μια χάρη. Έπαιζε λέει πέρσι στο Εθνικό. Αν παίξει και φέτο, πήγαινε να την δεις και πες της τι χαρά μου έδωσε. Φίλησε τη σταυρωτά. "Ευχαριστώ" πες της. "Από τη μαμά μου". Μην το ξεχάσεις, ναι;
Θα σου ξαναγράψω.

Tuesday 17 July 2007

Το χοιρινό της μαμάς δεν αρπάζει ποτέ..

Έκλεισε την πόρτα με δύναμη. Δυο τρία μικρά κομματάκια σοβά προσγειώθηκαν στο πάτωμα. Δίπλα στα άλλα κομματάκια από χτες. Η Β. κοιτάχτηκε στον καθρέφτη. Οχτώ χρόνια τώρα η ίδια ιστορία. Όχι οχτώ, ψέματα. Τα δύο πρώτα που μέναμε μόνοι μας καλά ήταν. Μετά ήρθε ο μικρός. Δεν είχα πρόβλημα να τον μεγαλώσουμε οι δυο μας κι ας έλειπε ο Κ. για δουλειές συχνά. Επέμενα πολύ. Δεν ήθελα να μείνουμε με τη μάνα του. Αυτό το πνίξιμο που ένιωθα από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, αυτό ήθελα να αποφύγω. Τη χοντρή φιγούρα της μάνας με το μεγάλο στήθος και τη δυνατή, στριγκιά φωνή. Της μάνας που ξέρει καλύτερα πώς να φτιάξει το χοιρινό για να μην αρπάξει, πώς να πλύνει το πουλόβερ χωρίς να γαριάσει, πώς να χαμογελάσει στη συμπεθέρα για να μην παρεξηγηθεί, πως θα μαλώσει το μικρό για να μην καλομάθει, πως θα ζήσεις τη ζωή σου για να μην την ζήσεις. Και τελικά δεν το απέφυγα. Η χοντρή φιγούρα μας υποδέχτηκε όλο χαρά, εμένα και τον μικρό, και ήταν σα να έγινε πιο χοντρή από την ώρα που μπήκαμε στο σπίτι, σα να φούσκωσε, να παραγέμισε καινούριες αρμοδιότητες, ευθύνες, εντολές, φωνές. Έξι χρόνια στο σπίτι της μάνας του. Με την αδερφή του. Κι αυτόν να μπαινοβγαίνει όποτε θέλει, συνήθως δύο ώρες το μεσημέρι, να κάνει μπάνιο, να φάει (το χοιρινό της μαμάς που δεν αρπάζει ποτέ) και να κοιμηθεί μισή ώρα, ίσα για να πάρει δύναμη για την πρέφα στη λέσχη μετά – ή την μπιρίμπα, δεν ξέρω και δε με νοιάζει, σάμπως κερδίζει ποτέ; Η μάνα μου φταίει. Δεκάξι χρονών με άφησε να τον πάρω. Γιατί δε με άφησε να πάρω τον Α.; Αφού ήξερε πόσο αγαπιόμασταν. Θα μου πεις πώς να εμπιστευτείς το συναίσθημα ενός κοριτσιού σε αυτήν την ηλικία. Η μάνα μου φταίει. Που δε με πίεσε να τελειώσω το σχολείο. Που μου είπε εσύ είσαι κορίτσι, δεν χρειάζεται να μάθεις γράμματα. Που δε με πήρε μαζί της στο νησί και με άφησε στο σπίτι της χοντρής φιγούρας. Που με παίρνει μια φορά τη βδομάδα κι όταν αρχίζω να παραπονιέμαι μου λέει ότι η δικιά μας η φυλή μας έτσι είναι και να κοιτάξω να σώσω το γάμο μου. Να σώσω το γάμο μου, να μη μας πιάσει στο στόμα της η γειτονιά, να, να… Τη μελανιά στον αριστερό μου ώμο τι να την κάνω μαμά; Είδα τον Α. χτες. Στην εκκλησία. Η κόρη του μεγάλωσε. Πρέπει να είναι ένα χρόνο μικρότερη από τον δικό μου. Σα να πήρε κανά κιλό η γυναίκα του. Δεν τον κοίταξα. Οχτώ χρόνια μετά ο ίδιος κόμπος. Μαμά. Εσύ φταις.

Monday 16 July 2007

Θέλουμε να γίνουμε μπουρζουά;


"Gays and lesbians have made remarkably fast progress in the intervening years, although viewed on a day-to-day basis it seems painfully slow. Millions of gays are now out of the closet, public support for the acceptance of gays is growing, substantial majorities favor ending the military ban on gays, gay marriage or full civil unions enjoy majority support, and more. The combined effect of our everyday visibility and the cogency of our arguments continue to undermine long-standing and deeply rooted prejudice. That is something to celebrate in the run-up to our late June festivities. […] Far from being radicals of any sort, most of us are just plain ol' bourgeois. How much more bourgeois can you be than wanting to marry the person you love and wanting to serve in the military? What we want, in short, is full inclusion in society--something we had (at considerable psychological cost) when we were all in the closet, and something we still deserve now that we are out."

"Becoming Bourgeois" by
Paul Varnell. First published in the Chicago Free Press, June 20, 2007


Friday 13 July 2007

Πενήντα καλοκαίρια και χειμώνες..





Το Φεστιβάλ Αθηνών δίνει - για δεύτερο καλοκαίρι - την ευκαιρία να παρακολουθήσει κανείς παραστάσεις και θεάματα που εντυπωσιάσουν σε ευρωπαϊκό αλλά και παγκόσμιο επίπεδο. Χαζεύοντας το site του, σήμερα το πρωί, παρακολούθησα τη σκέψη μου να ταξιδεύει στις εικόνες και να επικεντρώνεται σε τέσσερα πρόσωπα, τέσσερις γυναίκες ηθοποιούς, με ένα κοινό χαρακτηριστικό: είναι και οι τέσσερις γύρω στα πενήντα.
Η Viviane de Muynck, επιβλητική φυσιογνωμία του βελγικού θεάτρου και εξίσου επιβλητική ως Ισαβέλλα στο "Δωμάτιο της Ισαβέλλας" (Jan Lauwers & Needcompany), εκπέμπει ζωντάνια, χαρά αλλά και έναν υποδόρροιο κυνισμό .
Η Eszter Csákányi, σπαραχτική Ιρίνα Νικολάγιεβνα στην εκδοχή του "Γλάρου" από το Krétakör Company της Βουδαπέστης, ακροβατεί γοητευτικά ανάμεσα στην ματαιοδοξία της ηθοποιού και την ανησυχία της μάνας - ταυτόχρονα φλερτάρει με νάζι εικοσάρας με το κοινό!
Η Juliana Carneiro da Cunha μαγνητίζει στους "Εφήμερους" της Ariane Mnouchkine, δημιουργεί ένα πρόσωπο οικείο, γνώριμο αλλά ταυτόχρονα δυναμικό. Από τη μεγαλοαστή που μαθαίνει ότι χάνει το γιο της σε δυστύχημα, στην γιατρό που χαρίζει ένα χαμόγελο κι ένα χάδι στην σχιζοφρενή ασθενή της, από τη νταντά μιας εβραιοπούλας στον Β' Παγκόσμιο στην ισπανόφωνη γιαγιά που αναζητά την τρυφερότητα μετά από τόσα χρόνια γάμου...
Τέλος, η Isabelle Huppert, Μαρκησία ντε Μερτέιγ στο "Κουαρτέτο" του Heiner Müller με τη ματιά του Bob Wilson, κυριολεκτικά δε σου αφήνει περιθώρια να ανεβάσεις τα μάτια στους υπέρτιτλους. Προτιμάς να βλέπεις την εικόνα της παρά να διαβάζεις την μετάφραση του λόγου της. Η παράσταση είναι αυτή που είναι, γιατί είναι εκεί η Huppert. Δυναμική, ανασφαλής, τρυφερή, κατακλυσμιαία.
Φόβος, χαρά, ωριμότητα, ανασφάλεια, κυνισμός, τρυφερότητα, πόνος, αδιαφορία, χαμόγελο, μοναξιά.. γοητεία!

Thursday 12 July 2007

Το ίδιο είμαστε



18 χρονών, 23, 24, 17.. δεν έχει σημασία. "Όλοι το ίδιο είμαστε", σου λένε. Το πιστεύουν; Ή τέλος πάντων πόσο εύκολο είναι και για τους ίδιους να το πιστέψουν απόλυτα, όταν ο διαχωρισμός δεν είναι σημειολογικός, αλλά και χωροταξικός; Όσο και να αντιστέκεσαι στην αρχή, όσο και να λες "θα κάνω υπομονή, δεν θα το αφήσω να με καταπιεί", κάποια στιγμή έρχεται αυτή η γνωστική ασυμφωνία. Και χωρίς καν να το αποφασίσεις, προσαρμόζεσαι. Για να επιβιώσεις.. Διαδικασία συνήθης σε τόσες πτυχές της καθημερινότητας. Αλλά εκεί πια, δε βλέπεις τα σημάδια της ιδρυματοποίησης. Ο Χρ. δεν έχει μεγάλη διαφορά με τον Κ. ο οποίος επιλέγει να μη βγει από το στρατόπεδο στην έξοδό του γιατί "πού να τρέχεις τώρα", δεν έχει διαφορά ούτε με την Β. που είναι σίγουρη ότι δεν μπορεί να αποφασίσει η ίδια να αφήσει τον άντρα της κι ας την έχει κλεισμένη σπίτι όλη τη μέρα, δεν έχει διαφορά με τον Λ. του οποίου η ζωή αρχίζει και τελειώνει στους τέσσερις τοίχους του εργαστηρίου.. Κι ίσως δεν έχει διαφορά ούτε από μένα, που κάθε μέρα μιλάω με τους ίδιους ανθρώπους, κάθομαι στο ίδιο γραφείο, διαβάζω τις ίδιες εφημερίδες, βλέπω ειδήσεις στο ίδιο κανάλι, επιλέγω να γυρίσω σπίτι από τον ίδιο δρόμο και να χαζέψω τον ίδιο γείτονα που καπνίζει με τον ίδιο τρόπο..

Thursday 28 June 2007

"It was during this sorrow that love came to me." A voice filled with harmony. It says, "Live still, I am life. Heaven is in your eyes. Is everything around you just the blood and mud I am divine. I am oblivion. I am the god... that comes down from the heavens, and makes of the Earth a heaven. I am love!... I am love."