Saturday 28 July 2007

Πέρασε κιόλας ενάμισης χρόνος από εκείνη την Πρωτοχρονιά. Ακόμα πιάνω τον εαυτό μου να επαναφέρει στη μνήμη την εικόνα σου, καμιά φορά που περνάω – τυχαία πια – από τη μικρή στοά πίσω από το βιβλιοπωλείο. Το στομάχι ξαφνικά να γίνεται κόμπος, ένα κάψιμο να ξεκινάει από το λαιμό και να κατεβαίνει προς τα κάτω, οι παλμοί να ανεβαίνουν, το στόμα να στεγνώνει. Κι όμως τα μάτια μου καρφωμένα πάνω σου κι εγώ να χαμογελώ αμήχανα κι αυθόρμητα. Προσπάθησα πολύ αλλά την έδιωξα την εικόνα σου. Τελικά, μου πήρε καιρό αλλά κατάλαβα ότι δεν προσπαθούσα να διώξω εσένα. Το νιώθω πολύ έντονα πλέον. Προσπαθούσα να διώξω – και μάλλον τα κατάφερα – ό,τι προσωποποίησες τότε για μένα. Την ευτυχία, τον έρωτα, τον ενθουσιασμό, το χαμόγελο, το φλερτ που καταλήγει στη σχέση, αυτήν την αμηχανία με το που βλέπεις τον άλλο και σκέφτεσαι «τώρα με κοιτάει ή όχι; με θέλει ή όχι; να του μιλήσω; κι αν του μιλήσω τι να του πω;», αυτό έδιωξα. Στην προσπάθεια μου να σε ξεπεράσω, να ξεπεράσω αυτά που ένιωσα τότε δηλαδή, πάγωσα τον εαυτό μου, τον μπλόκαρα. Και από τότε αναλώθηκα σε καταστάσεις αδιέξοδες, που φαίνονταν από την αρχή ότι δεν θα μπορούσαν να καταλήξουν αλλού. Κι αν ακόμα μπορούσαν δεν τις άφηνα εγώ. Σα να είχα μάθει ότι δεν θα μου ξανασυμβεί αυτό. Σα να μην ήθελα να μου ξανασυμβεί αυτό. Σα να με τιμωρούσα στην απογοήτευση. Δε θέλω να πιστεύω ότι είναι οριστικό. Στην ανθρώπινη φύση ίσως να μην είναι τίποτα οριστικό. Ίσως να είναι όντως όλα ρευστά και ευμετάβλητα. Ωστόσο, δεν μπορώ παρά να αναγνωρίσω ότι τώρα νιώθω έτσι, νιώθω μια ψυχική κούραση με την ιδέα και μόνο ότι θα μπω στη διαδικασία να φλερτάρω, να διεκδικήσω, να νιώσω κάτι δυνατό, του οποίου όμως κανείς δε μπορεί να εγγυηθεί το επιτυχές αποτέλεσμα. Γι’ αυτό και αναλώνομαι σε καταστάσεις εύκολες κι ανθρώπους αδιάφορους. Γιατί ίσως να έχει περισσότερη ασφάλεια. Γιατί σίγουρα έχει περισσότερη ασφάλεια μια εμπλοκή με κάποιον που διαρκεί δύο ώρες και αφού περάσουν αυτές οι δύο ώρες εσύ μπορείς πολύ αυθόρμητα να σκέφτεσαι τη λίστα με τα ψώνια. Δε φταις εσύ προφανώς. Γιατί εσύ δεν υπάρχεις στη ζωή μου, την καθημερινότητά μου εδώ και ενάμιση χρόνο. Και δεν φταις εσύ επίσης, γιατί θα μπορούσες να ήσουν ο οποιοσδήποτε εσύ. Έτυχε να είσαι εσύ εκείνη την Πρωτοχρονιά που περνούσες από τη μικρή στοά πίσω από το βιβλιοπωλείο την ώρα που περνούσα κι εγώ για να πάρω δώρο στον Β. Ώρες ώρες αναρωτιόμουν τι θα γινόταν αν τελικά είχαμε συμφωνήσει με την Ε. και του είχαμε πάρει μαζί εκείνο το πουλόβερ. Δε θα περνούσα από τη στοά εκείνη την Πέμπτη το απόγευμα. Δεν έχει να λέει, βέβαια. Θα περνούσα από μια άλλη στοά, θα γνώριζα έναν άλλον εσύ και τα πράγματα θα είχαν γίνει κάπως έτσι, ίσως και ακριβώς έτσι.

No comments: